Δευτέρα, Αυγούστου 05, 2013

Ιχνηλατώντας τα χνάρια των θεών


Συμπληρώθηκαν φέτος εκατό χρόνια από την ημέρα (2 Αυγούστου 1913) κατά την οποία ο κυνηγός Χρήστος Κάκαλος μαζί με τους Ελβετούς Φρεντερίκ Μπουασονά και Ντανιέλ Μπο-Μποβί πάτησαν την υψηλότερη κορυφή του μυθικού βουνού, τον Μύτικα. Η αλήθεια είναι πως δεν υπάρχουν πολλά λόγια ώστε να περιγράψει κανείς τόσο το θέαμα που αντίκρισαν οι συγκεκριμένοι άνθρωποι όσο και τα συναισθήματα που νιώθει οποιοσδήποτε ανεβαίνει στον Όλυμπο. Ακόμα και οι φωτογραφίες είναι δύσκολο να αποτυπώσουν το ακαταμάχητο μεγαλείο της φύσης, το οποίο συναντήσαμε κατά την ανάβασή μας στο βουνό των θεών, το σαββατοκύριακο 27 και 28 Ιουλίου.

Με γεμάτες τσάντες και οπλισμένοι με τεράστια θέληση, αφήσαμε τον καύσωνα της πόλης για να ζήσουμε κάτι που έμελλε να είναι μοναδικό. Παρκάραμε το αυτοκίνητο στο 13ο χμ της διαδρομής από το Λιτόχωρο για τα Πριόνια, στη θέση «Γκορτσιά» (1.120 μ.): από εκεί ξεκινά ένα ανηφορικό μονοπάτι μήκους 13,4 χμ με πολύ καλή σήμανση, το οποίο ακολουθήσαμε για να φτάσουμε στο Οροπέδιο των Μουσών και στο καταφύγιο «Γιώσος Αποστολίδης» που ήταν ο τελικός μας προορισμός.
Το πρώτο σκέλος της διαδρομής μέχρι την Πετρόστρουγκα και το καινούριο καταφύγιο που υπάρχει στο σημείο (1.950 μ.) περιλάμβανε πεζοπορία σε πανέμορφο δάσος κατακλυσμένο με οξιές, οι οποίες μας προστάτευσαν καθώς δεν άφηναν πολλές ηλιαχτίδες να φτάνουν στο έδαφος και να μας ζεστάνουν ακόμα περισσότερο. Κάποια ξέφωτα με απίστευτη θέα, είτε προς την πλευρά της Κατερίνης είτε προς το φαράγγι του Ενιπέα, ήταν ό,τι πρέπει για ένα σύντομο διάλειμμα. Δεν αποφύγαμε και την προσπέραση από έναν αγωγιάτη, ο οποίος οδηγούσε ένα καραβάνι από τρία άλογα και τρία μουλάρια υπερφορτωμένα με προμήθειες για τα καταφύγια του Ολύμπου - κάπως έτσι, άλλωστε, χτίστηκαν αυτά τα καταφύγια!   
Στη συνέχεια, τη σκυτάλη για να μας συντροφεύσουν πήραν τεράστια αιωνόβια ρόμπολα, άλλοτε πυκνότερα και άλλοτε αραιότερα. Σε μια πλαγιά μάς περίμενε και ένα κοπάδι προβάτων, με τον βοσκό να τα προσέχει εξ αποστάσεως. Πλησιάζοντας τη Σκούρτα (2.476 μ.), το τοπίο αλλάζει απότομα και γίνεται αλπικό: τα δέντρα αντικαθίστανται από χαμηλή θαμνώδη βλάστηση και πέτρες. Παράλληλα, οι κορυφές του βουνού γίνονται ολοένα και πιο ευδιάκριτες, ενώ η ακτογραμμή της Πιερίας φαντάζει ατελείωτη από τόσο ψηλά.
Μπροστά μας φάνηκε ο κοφτερός Λαιμός, ένα από τα εντυπωσιακότερα κομμάτια του μονοπατιού. Πρόκειται για μια στενή ράχη ανάμεσα σε δύο γκρεμούς, που καταλήγει στο «πέρασμα του Γιώσου» (με μεταλλικά στηρίγματα στο βράχο και συρματόσχοινο, που παρακάμπτεται όμως το καλοκαίρι) και έπειτα στο Οροπέδιο των Μουσών (2.600 μ.). Ο ιδρώτας έρρεε ποτάμι και πάγωνε στις πλάτες μας λόγω του κρύου αέρα που φυσούσε, παρόλο που ο ήλιος έκαιγε ακριβώς από πάνω. Αλλά η κάθε ταλαιπωρία σβηνόταν άμεσα, καθώς το μάτι δεν χόρταινε να παρατηρεί τις απείρου κάλλους τοποθεσίες.
Προχωρώντας στο τελευταίο τμήμα της πορείας μας, το Στεφάνι -ή αλλιώς, ο θρόνος του Δία- υψώθηκε ανυπέρβλητο μπροστά μας. Αφήσαμε στα αριστερά το καταφύγιο «Χρήστος Κάκαλος» (2.650 μ.) και οδηγηθήκαμε στο καταφύγιο «Γιώσος Αποστολίδης» (2.695 μ. ή 2.760 μ. σύμφωνα με την ταμπέλα που υπάρχει εκεί), στο οποίο φάγαμε ένα πιάτο φαΐ και ήπιαμε ένα ποτήρι τσίπουρο, αποσβολωμένοι από το σχεδόν τρομακτικό θέαμα. Το ηλιοβασίλεμα απαράμιλλης ομορφιάς, σεληνιακό τοπίο, υγρό κλίμα και το λιγοστό νερό παγωμένο.
 
Μετά από ένα πολύ πρωινό ξύπνημα, αφού ετοιμάσαμε τις τσάντες μας, περάσαμε κάτω από το Στεφάνι, πήραμε το δρόμο για το Λούκι και οι πιο θαρραλέοι για την αναρρίχηση στον Μύτικα (2.919 μ.). Έπειτα από την επικίνδυνη κατάβαση, αγκαλιές, φιλιά και λίγες τελευταίες λέξεις πριν την επιστροφή προς το Λιτόχωρο: εξαντλημένοι και πιασμένοι, μα χαμογελαστοί και τόσο χαρούμενοι για την ασύλληπτη εμπειρία, ανανεώσαμε το ραντεβού για κάποιο άλλο μονοπάτι που θα μας φέρει του χρόνου να περπατήσουμε στα βήματα των θεών.  

Δευτέρα, Μαΐου 20, 2013

Οι Depeche Mode μάς αποζημίωσαν



Μετά το φιάσκο του 2009, όταν η συναυλία των Depeche Mode είχε ακυρωθεί την τελευταία κυριολεκτικά στιγμή (εξαιτίας προβλήματος υγείας του τραγουδιστή), οι χιλιάδες θαυμαστές του συγκροτήματος συρρεύσαμε -και πάλι- στη Μαλακάσα προσμένοντας μια ανεπανάληπτη εμπειρία. Και όντως μείναμε απολύτως ευχαριστημένοι, έστω και αν έπρεπε να οπλιστούμε με μπόλικη υπομονή μέχρι να εισέλθουμε στο Terra Vibe, την περασμένη Παρασκευή 10 Μαΐου.  
Ο λόγος; Η γνωστή ελληνική ανοργανωσιά. Η έλλειψη plan b. Το αποτέλεσμα; Οι περισσότεροι από τους σχεδόν 35.000 θεατές, που έφτασαν μετά τις 7 το απόγευμα στο συναυλιακό χώρο -καθώς επρόκειτο για εργάσιμη ημέρα-, να δημιουργήσουν τεράστιες ουρές λόγω τεχνικού προβλήματος με το μηχάνημα που «διάβαζε» το barcode των εισιτηρίων. Γιούχα, αποδοκιμασίες σε αρμόδιους και μη, στρίμωγμα για πάνω από μιάμιση ώρα.
Μετά τον απίστευτο συνωστισμό, καταφέραμε να περάσουμε τον έλεγχο μόνο με την απλή επίδειξη του εισιτηρίου(!) λίγο πριν αρχίσει το live. Μεταξύ των θεατών έβλεπε κανείς από νεαρόκοσμο έως και μεσήλικες 50άρηδες που άκουγαν τους Depeche Mode στη νιότη τους, αλλά και μικρά παιδάκια (ναι, είδαμε και πιτσιρίκια κάτω των 5 ετών) που τα έφεραν οι γονείς τους για να μυηθούν στη μαγεία της καλής ηλεκτρονικής μουσικής.
Το θρυλικό πια συγκρότημα ανέβηκε στη σκηνή με αγγλική συνέπεια, περί τις 9.10 το βράδυ, όταν και επικράτησε πανδαιμόνιο από τα χειροκροτήματα και τις ζητωκραυγές. Ο frontman και εορτάζων Ντέιβ Γκάχαν (είχε γενέθλια την προηγούμενη ημέρα), αφού χαιρέτισε το πολυπληθέστατο κοινό στα ελληνικά, καθότι παντρεμένος με Ελληνίδα, ανέλαβε τον πρωταγωνιστικό ρόλο της διασκέδασης και μας απογείωσε. Επί δυόμιση σχεδόν ώρες ερμήνευσε τραγούδια προερχόμενα από ολόκληρη τη δισκογραφία της μπάντας, δίνοντας έμφαση στο πρόσφατο και αρκετά «σκοτεινό» άλμπουμ με τίτλο «Delta Machine». Τον πλαισίωσε άριστα -όπως πάντα- στην κιθάρα και στα πλήκτρα, ο δημιουργός των ωραιότερων μελωδιών και εμπνευστής των περισσότερων στίχων Μάρτιν Γκορ, ο οποίος τραγούδησε και ορισμένα κομμάτια σε στυλ μπαλάντας (όπως το «Higher Love» και το ανεπανάληπτο «Home»).       
Καθόλη τη διάρκεια της συναυλίας, η ατμόσφαιρα «ηλεκτριζόταν» σταθερά και ανοδικά, με τους θεατές να συμμετέχουν τραγουδώντας και χορεύοντας ακατάπαυστα. Για να φτάσουμε στο ζενίθ της βραδιάς, όταν οι Depeche Mode εκτέλεσαν περίφημα τις δημοφιλέστατες επιτυχίες τους: «Enjoy the Silence» και «Personal Jesus». Πραγματικός χαμός.
Αλλά δεν σταμάτησαν εκεί! Και πώς να σταματήσουν, αφού το πλήθος ήθελε κι άλλο. Έτσι, το ανκόρ ξεπέρασε κάθε προσδοκία αφήνοντάς μας την καλύτερη γεύση για το τέλος: τους βγαλμένους από τα 80s ήχους του «Just cant get enough» ακολούθησε το ερωτικό «I feel you», ενώ η τελείωση ήρθε με το «Never let me down again» και τον κόσμο να αφήνεται έρμαιο στις διαθέσεις του Γκάχαν και της παρέας του.      
Τέλος καλό, όλα καλά. Η εντυπωσιακή απόδοση των Depeche Mode μας έκανε να ξεχάσουμε το μελανό σημείο της συναυλίας -ήτοι την ταλαιπωρία για την είσοδο- και να φύγουμε όλοι με ένα χαμόγελο ευτυχίας από τη Μαλακάσα και με την προσμονή για την επόμενη επίσκεψη του αγαπημένου βρετανικού συγκροτήματος.
ΥΓ: Το κείμενο είναι καθαρά δημοσιογραφικού περιεχομένου.