Τρίτη, Φεβρουαρίου 28, 2006

Πώς διαβάζει τις λέξεις ο νους του ανθρώπου

Το παρακάτω σχόλιο το βρήκα σε ένα φοιτητικό περιοδικό και είναι αναμφισβήτητα ό,τι καλύτερο έχω διαβάσει τον τελευταίο καιρό. Αφορά τον τρόπο με τον οποίο ο νους μας διαβάζει τις λέξεις. Θα καταλάβατε το γιατί, καθώς το κείμενο μιλάει από μόνο του!

Σνφμύωα με μαι έυρενα στο Πμανιπσητίεο του Κμτρπιαίζ, δεν πεαίζι ρλοό με τι σριεά ενίαι τοθοπεμειτένα τα γταμαμρά μσέα σε μια λξέη, αεκρί το πώτρο και το ταελείτυο γάμρμα να ενιαί στη στωσή θσέη. Τα υλοπιόπα μροπύον να ενιαί σε τχίυεας θιέεσς και να μροπετίε να τις δαβαιάεστε χρωίς πλβημόρα. Ατυό γνίταει γαιτί ο απρώνθονις εκέγλφοας δεν δαεβζιάι γάμρμα γάμρμα κθάε λξέη αλλά τη λξέη σαν σνύλοο. Ατίπτσυεο ε;

Καταπληκτική έρευνα και απολύτως αληθινή, μια και σ' όποιον έδωσα να διαβάσει το κείμενο αυτό μπόρεσε να το διαβάσει με τη μία, χωρίς κανένα πρόβλημα! Είναι ενδεικτικό, νομίζω, των απεριόριστων δυνατοτήτων του ανθρώπινου μυαλού.

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 08, 2006

Ο Νιλ Άρμστρονγκ πάτησε πράγματι στο φεγγάρι το 1969;

Με αφορμή τη σημερινή επίσκεψη του Λούις Άρμστρονγκ, του πρώτου (;) ανθρώπου που πάτησε στο φεγγάρι στις 20 Ιουλίου 1969 και αναφώνησε υπερήφανα: "Ένα μικρό βήμα για μένα, ένα μεγάλο βήμα για την ανθρωπότητα", στην Αθήνα, για να μιλήσει στην ημερίδα "Από το όραμα στην επιτυχία" (90 ευρώ για όποιον θέλει να την παρακολουθήσει!), σκέφτηκα να παραθέσω διάφορα στοιχεία για εκείνη την πρώτη... προσσελήνωση. Άλλωστε, εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο πιστεύουν πως το Apollo 11 ουδέποτε πήγε στη σελήνη, αλλά το ταξίδι του - στην έρημο της Νεβάδα - αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες συνωμοσίες της ιστορίες, καλά (;) στημένη από την πανίσχυρη NASA.

Ιστορικό

Αμφιβολίες για την κατάκτηση της σελήνης εμφανίστηκαν λίγο καιρό μετά το κοσμοϊστορικό αυτό γεγονός. Διάφορα σενάρια ακούστηκαν και αυτό αποτυπώθηκε και στο Hollywood με την ταινία "Capricom 1" το 1978. Θέμα αυτής της ταινίας ήταν η διαστημική αποστολή για την προσσελήνωση. Στην ταινία η απογείωση έγινε κανονικά αλλά η προσγείωση έγινε όχι στη σελήνη αλλά στη Νεβάδα, σε ένα στούντιο όπου και κινηματογραφήθηκε η υποτιθέμενη και διαφημιζόμενη προσσελήνωση. Το Φεβρουάριο του 2000 ξεκίνησε ένα νέος κύκλος συζητήσεων και αντιπαραθέσεων μετά την προβολή ενός ωριαίου ντοκιμαντέρ από το αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο Fox TV με τίτλο: "Θεωρίες συνομωσίας: Προσεδαφιστήκαμε στο φεγγάρι;" Το συγκεκριμένο δίκτυο προβάλλει τη σειρά “The X-Files” και τη συγκεκριμένη εκπομπή παρουσίασε ο ηθοποιός Μιτς Πιλέτζι, ο γνωστός A. D. Walter Skinner των X-Files. Σ’ αυτή την εκπομπή παρουσιάστηκαν χαρακτηριστικές συνεντεύξεις ανθρώπων που πιστεύουν ότι οι αποστολές "Απόλλων" της δεκαετίας ’60 κι ’70 δεν ήταν τίποτα άλλο παρά μία μεγάλη κρατική φάρσα της Αμερικανικής Εταιρίας Διαστήματος και Αεροναυτικής (NASA). Το κεντρικό πρόσωπο στο ντοκιμαντέρ ήταν ο Μπιλ Κέισινγκ, επιφανής φυσικός και συγγραφέας του δημοφιλούς στην Αμερική βιβλίου “Was it only a paper moon?”, ο οποίος είχε δουλέψει αρκετά για το συγκεκριμένο θέμα και είχε ταξινομήσει ενδείξεις που αποδεικνύουν τη φάρσα: φωτογραφίες που ελήφθησαν από αστροναύτες, τεχνικές λεπτομέρειες, μελέτες γνωστών φυσικών και μαρτυρίες κι από τους ίδιους τους αστροναύτες.
Ένα άλλο βιβλίο είναι του φυσικού Ραλφ Ρενέ με τον τίτλο “NASA mooned America” που περιέχει λεπτομερή ανάλυση των φωτογραφιών που ελήφθησαν κατά την προσσελήνωση. Το βιβλίο καταλήγει πως η προσσελήνωση δεν έγινε ποτέ αλλά έγινε προσεδάφιση στη Νεβάδα, και μάλιστα στην Περιοχή 51 (η περιβόητη Area 51). Η όλη αυτή "φάρσα" έγινε για λόγους προπαγάνδας μεσούντος του Ψυχρού Πολέμου. Η Αμερικανική κυβέρνηση έπρεπε να προηγηθεί της Σοβιετικής Ένωσης στην κατάκτηση της Σελήνης, μια και οι Σοβιετικοί είχαν πρώτοι κατακτήσει το διάστημα με τον Γιούρι Γκαγκάριν στις 12 Απριλίου 1961.
Η έρημος της Νεβάδα είναι το ιδανικό μέρος για κάθε σκηνοθετημένη απάτη, καθώς η έρημος εκτείνεται σε εκατοντάδες χιλιόμετρα. Βέβαια, η NASA αρνείται τα πάντα και απαντά κατηγορηματικά κι έντονα (τι άλλο θα μπορούσε να κάνει!). Αμφισβητούνται όλες οι ψυχροπολεμικές θεωρίες και λεπτομερείς αναλύσεις κατατροπώνουν ενθουσιασμένους ερευνητές, κάνοντας λόγο για λανθασμένες και δήθεν "επιστημονικές" θεωρίες. Αυτός ο πόλεμος κρατά χρόνια τώρα. Όλοι οι πόλεμοι όμως κρίνονται στις λεπτομέρειες και αυτός δεν αποτελεί εξαίρεση. Τα ντοκουμέντα είναι πολλά και όχι όλα αμφισβητήσιμα. Το 20% των Αμερικανών πιστεύουν ότι η πρώτη προσσελήνωση ήταν μια φάρσα. Φανταστείτε τι πιστεύει ο υπόλοιπος κόσμος!

Φωτογραφίες-ντοκουμέντα
Εικόνα 1: Το περίφημο αποτύπωμα του ποδιού του Μπαζ Όλντριν. Η βαρύτητα στη σελήνη είναι το 1/6 της γήινης. Άρα, λοιπόν, ένας αστροναύτης με τον εξοπλισμό του ζυγίζει στη Γη σχεδόν 250 κιλά. Στην επιφάνεια της σελήνης με μικρότερη βαρύτητα θα μπορούσε να αφήσει ένα αποτύπωμα τόσο βαθύ και καθαρό; Τι απαντά η NASA: μπορεί ένας αστροναύτης στην επιφάνεια της σελήνης να ζυγίζει κάτι παραπάνω από 30 κιλά, αλλά το έδαφος είναι ιδιόμορφο. Η σκόνη στην επιφάνειά της είναι σαν πούδρα. Αυτό σημαίνει πως ακόμα κι ένα παιδί αν το βάλεις να περπατήσει πάνω σε μια επιφάνεια με ένα υλικό ιδιόμορφο (όπως π.χ. αλεύρι) θα αφήσει αποτύπωμα. Σχόλιο: Κανείς δεν αντιλέγει, βέβαια, αλλά το θέμα είναι πόσο βαθιά μπορούν να είναι;


Εικόνες 2 και 3: Οι δύο αυτές φωτογραφίες είναι με μια πρώτη ματιά άψογες. Αυτό όμως που προκαλεί σκέψεις είναι το εξής: Ο φωτογραφιζόμενος αστροναύτης και στις δύο εικόνες είναι ο Νιλ Άρμστρονγκ. Ο φωτογράφος δηλαδή είναι ο Μπαζ Όλντριν. Απ’ ότι ξέρουμε οι φωτογραφικές μηχανές βρισκόταν στο στήθος του κάθε αστροναύτη. Σε αυτές τις εικόνες όμως η λήψη φαίνεται να έγινε σε ύψος 4 περίπου μέτρων (ειδικά στην αριστερή εικόνα)! Ο Μπαζ Όλντριν από την αντανάκλαση δεν φαίνεται να στέκεται σε λόφο ή βράχο. Ποιος έβγαλε την φωτογραφία; Δεν ήταν μόνοι; Τι απαντά η NASA: No comment.

Εικόνα 4: Αυτός αριστερά είναι ο Νιλ Άρμστρονγκ. Στην αντανάκλαση στο σκάφανδρο φαίνεται ξεκάθαρα η μορφή του Μπαζ Όλντριν να φωτογραφίζει. Από την αντανάκλαση λοιπόν βλέπουμε και τη σκιά του Μπαζ. Από τη διεύθυνση της σκιάς συμπεραίνουμε πως ο ήλιος θα έπρεπε να ήταν πίσω και δεξιά από την πλάτη του φωτογραφιζόμενου. Όμως φαίνεται το σώμα του να φωτίζεται άπλετα από την αριστερή πλευρά του. Τι απαντά η NASA: Μπορούμε να έχουμε πολλαπλές σκιές γιατί εκτός από τον Ήλιο και η Γη φωτίζει την επιφάνεια της σελήνης. Άρα έχουμε δύο πηγές φωτός. Γι’ αυτό κι έχουμε δύο διαφορετικές σκιές των αστροναυτών. Σχόλιο: Αν είχαμε δύο πηγές φωτός δεν θα είχαμε δυο σκιές στο ίδιο αντικείμενο αντί για μια σκιά σε κάθε αντικείμενο, αλλά διαφορετικής κατεύθυνσης μεταξύ τους;

Εικόνα 5: Όπως αναφέρει η NASA καμία από τις αποστολές "Απόλλων" δεν έφερε επιπλέον εξοπλισμό φωτισμού. Άρα ως μόνη πηγή φωτός υπήρχε ο Ήλιος. Κι όμως αν παρατηρήσουμε τα βέλη θα δούμε πως υπάρχουν πολλές σκιές με διαφορετικές κατευθύνσεις. Τίθεται, επομένως, το εξής ερώτημα: Πόσους ήλιους έχουμε πια; Τι απαντά η NASA: Η δικαιολογία κι εδώ είναι η ύπαρξη δύο διαφορετικών πηγών φωτός. Η NASA μάλιστα λεει και το εξής: όταν περπατάμε στο δρόμο το βράδυ με πανσέληνο βλέπουμε τη σκιά μας. Όταν όμως πλησιάσουμε σε κάποια λάμπα του δρόμου τότε θα δημιουργηθούν δύο διαφορετικές σκιές από το ίδιο μας το σώμα.

Εικόνα 6: Οι δύο υπερήφανοι Αμερικανοί αστροναύτες στήνουν την σημαία των ΗΠΑ στην «επιφάνεια της σελήνης». Είναι όμως παράξενο το πώς γίνεται να κυματίζει η σημαία στο διάστημα αφού δεν υπάρχει ατμόσφαιρα στη σελήνη και κατά συνέπεια ούτε άνεμοι. Τι απαντά η NASA: Η σημαία κυματίζει γιατί έτσι την ξεδίπλωσαν οι αστροναύτες. Εκτός από τον ιστό που τη συγκρατούσε υπήρχε και μια οριζόντια ράβδος στην κορυφή της. Σχόλιο: Το γεγονός ότι η ύπαρξη και δεύτερης ράβδου θα συντελούσε στο αντίθετο μένει ασχολίαστο από τη NASA.

Εικόνα 7: Ο Μπαζ Όλντριν κατεβαίνει από την άκατο. Ο ήλιος φαίνεται να είναι πίσω από αυτή. Ακόμα και στη Γη, όπου υπάρχει ατμόσφαιρα και αντανακλάσεις του φωτός, ό,τι βρίσκεται στη σκιά είναι μόλις ορατό. Στη σελήνη που δεν υπάρχει ατμόσφαιρα θα έπρεπε ό,τι βρίσκεται στη σκιά να είναι κατάμαυρο. Παρόλα αυτά βλέπουμε ξεκάθαρα τις πτυχές στη στολή του αστροναύτη και τις λεπτομέρειες στο κάτω μέρος της ατράκτου. Τι απαντά η NASA: Οι κάμερες των αστροναυτών ήταν ρυθμισμένες να αποτυπώνουν τα πιο κοντινά αντικείμενα. Υπάρχει διάχυτο φως και από τον Ήλιο και από τη Γη. Γι’ αυτό και η πεντακάθαρη απεικόνιση ακόμα και των πιο μικρών λεπτομερειών.

Εικόνα 8: Άλλη μια φωτογραφία με έκδηλο το παράδοξο του φωτισμού. Ο Άρμστρονγκ και ο Όλντριν ξεδιπλώνουν τη σημαία. Και οι δύο έχουν το ίδιο περίπου ύψος και η απόσταση μεταξύ τους μικρότερη από 2 μέτρα. Γιατί όμως η σκιά του Όλντριν είναι διπλάσια από του Άρμστρονγκ (όσο μπορούμε να διακρίνουμε); Τι απαντά η NASA: Επαναλαμβάνει για άλλη μια φορά τη θεωρία των δύο πηγών φωτός. Σχόλιο: Όπως φαίνεται στο διάστημα ο Ήλιος είναι επιλεκτικός όσον αφορά τις ακτίνες του και πού θα τις ρίξει!

Εικόνα 9: Εδώ έχουμε μια φωτογραφία της σεληνακάτου μετά την προσσελήνωσή της. Το παράδοξο είναι ότι σε καμιά φωτογραφία δεν υπάρχει κρατήρας από την προσσελήνωση. Αυτό είναι αρκετά περίεργο καθώς οι σεληνάκατοι διέθεταν μηχανισμό ώσης (ρουκέτα) 25.000 λιβρών συνολικά. Τι απαντά η NASA: Οι μηχανές σχεδιάστηκαν έτσι ώστε να διακοπεί η λειτουργία τους λίγα μέτρα πάνω από την επιφάνεια της σελήνης για να ακουμπήσει μαλακά στο έδαφος. Άλλωστε, λόγω της έλλειψης ατμόσφαιρας, η ώση της ρουκέτας ήταν μόλις 3.000 λίβρες.

Εικόνα 10: Αν πιστεύετε πως η αστερόεσσα βρίσκεται ακόμα καρφωμένη στο φεγγάρι κάνετε λάθος. Η σημαία καρφώθηκε 4 μόλις μέτρα από τη σεληνάκατο. Κατά την αποσελήνωση της σεληνακάτου φυσικά πρέπει να έγινε στάχτη από τη φλόγα της ακάτου. Παρόλα αυτά οι Αμερικανοί αστροναύτες είπαν πως το τελευταίο πράγμα που διέκριναν από ψηλά επιστρέφοντας στη Γη ήταν η σημαία τους. Τι απαντά η NASA: Τα καύσιμα που χρησιμοποιήθηκαν από τις ακάτους ήταν ένα μείγμα από υδροζίνη κι έναν οξειδωτικό παράγοντα (dinitrogen tetroxide). Αυτά τα δύο χημικά αναμείχθηκαν με τέτοια αναλογία που το τελικό προϊόν της καύσης δεν έδωσε φλόγα. Σχόλιο: Δηλαδή οι άκατοι έκαναν καύση αλλά χωρίς φλόγα..;

Συμπέρασμα
Τα συμπεράσματα είναι δικά σας. Μπορείτε να κρίνετε και τα ντοκουμέντα και τις απαντήσεις από τους ειδικούς της NASA. Κάτι άλλο που μπορεί να παρατηρήσει κανείς είναι το εξής: όλες οι φωτογραφίες από το διάστημα μας παρουσιάζουν ένα σκοτεινό διάστημα. Στη Γη όταν δεν έχουμε συννεφιά βλέπουμε κάποια αστέρια στον ουρανό αλλά όχι όλα λόγω της ατμόσφαιρας της Γης. Στη σελήνη δεν θα έπρεπε να έχουμε ιδιαίτερα φωτεινές απεικονίσεις των άστρων καθώς δεν υπάρχει ατμόσφαιρα; Δεν θα έπρεπε δηλαδή η απουσία ατμόσφαιρας να συντελέσει στο να φαίνονται αν όχι όλα τα αστέρια τότε πολύ περισσότερα από αυτά που φαίνονται από τη Γη;

Μια από τις μεγαλύτερες συνωμοσίες που έγιναν ποτέ, μπροστά στα μάτια μας, ή απλά έργο της φιλοσυνωμοτικής διάθεσης του ανθρώπινου μυαλού;

ΥΓ: Πιστεύετε ή όχι στην παραπάνω συνωμοσία, αξίζει να επισκεφτείτε το http://moon.google.com, όπου μπορεί να δει κανείς τις 6 προσσεληνώσεις των Αμερικανών την περίοδο 1969-1972.

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 02, 2006

Εργασία για την Πολιτική και Συνταγματική Ιστορία της Ελλάδας (1844-1936)

Για αρχειακούς λόγους κυρίως, παραθέτω την πρώτη πανεπιστημιακή μου εργασία (στη Νομική Σχολή του Α.Π.Θ.) για το μάθημα της Νεότερης Πολιτικής και Συνταγματικής Ιστορίας της Ελλάδας, 1844-1936. Τέθηκε υπόψιν του καθηγητή κ. Γιώργου Αναστασιάδη.

1. Συνταγματικές ρυθμίσεις
α) Σύνταγμα 1844 (Συνταγματική Μοναρχία)
Παρά τις διαβεβαιώσεις που είχαν δοθεί από τις προστάτιδες Δυνάμεις στη Διακήρυξη της Διασκέψεως του Λονδίνου (14/26 Απριλίου 1832) αλλά και από το Λουδοβίκο Α’ της Βαυαρίας στο πλαίσιο της Συνθήκης του Λονδίνου (25 Απριλίου/7 Μαΐου 1832) για την παραχώρηση Συντάγματος και την εγκαθίδρυση του πολιτεύματος της Συνταγματικής Μοναρχίας με την ενηλικίωση του Όθωνα, τίποτε τέτοιο δε συνέβη. Αντίθετα, η εδραίωση της πολιτικής ισχύος της μοναρχίας επιχειρήθηκε με την εγκαθίδρυση ενός απολυταρχικού καθεστώτος, όπου η πολιτική εξουσία βρισκόταν συγκεντρωμένη στο πρόσωπο του βασιλιά (και της αντιβασιλείας αρχικά). Το Σύνταγμα και η εφαρμογή του κοινοβουλευτισμού αποτέλεσαν την αιχμή του αντιπολιτευτικού δόρατος ιδιαίτερα στις αρχές της δεκαετίας του 1840 αλλά και το όχημα μέσω του οποίου επιχείρησαν να επανακτήσουν μέρος έστω της πολιτικής τους ισχύος οι παραδοσιακές ηγετικές ομάδες της ελληνικής κοινωνίας. Με το Κίνημα της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, όταν ο Όθωνας υποχρεώθηκε να παραχωρήσει σύνταγμα, σηματοδοτείται η απαρχή της εγκαθίδρυσης του κοινοβουλευτισμού στο ελληνικό κράτος.
Η κατάρτιση του πρώτου Συντάγματος στάθηκε αντικείμενο επεξεργασίας της Εθνοσυνέλευσης που προέκυψε μετά το Κίνημα της 3ης Σεπτεμβρίου και διήρκησε από τις 8 Νοεμβρίου 1843 έως τις 18 Μαρτίου του 1844. Με τη λήξη των εργασιών της Εθνοσυνέλευσης δημοσιεύθηκε ο συνταγματικός χάρτης που περιλάμβανε 107 άρθρα. Σύμφωνα με αυτά, καταργήθηκε η απόλυτη μοναρχία και εγκαθιδρύθηκε το πολίτευμα της Συνταγματικής Μοναρχίας. Επίσης, καθιερώθηκε η αρχή της διάκρισης των εξουσιών. Συγκεκριμένα, προβλεπόταν ότι η νομοθετική εξουσία θα ασκείται από κοινού από το βασιλιά, την ογδονταμελή αιρετή Βουλή και τη Γερουσία, που αποτελούνταν από εικοσιεπτά ισόβια μέλη διορισμένα από το βασιλιά. H εκτελεστική εξουσία ήταν στην ευθύνη του βασιλιά και ασκούνταν από τους υπουργούς. Προβλεπόταν επίσης η διενέργεια εκλογών για την ανάδειξη νέας Βουλής και το σχηματισμό κυβέρνησης, εκλογές που θα διεξάγονταν με πλειοψηφικό σύστημα δύο γύρων. Δικαίωμα ψήφου, τέλος, είχαν οι άντρες άνω των 25 ετών, κατά το πρότυπο των σχετικών άρθρων των συνταγμάτων της επαναστατικής περιόδου. Η διάρκεια της βουλής τέλος ορίστηκε να είναι τα τρία χρόνια.

β) Σύνταγμα 1864 (Βασιλευομένη Δημοκρατία)
Ακόμη και μετά την πολιτειακή μεταβολή και το σχηματισμό βουλής μέσω της διενέργειας εκλογών, όπως ορίζονταν με το Σύνταγμα του 1844, η λειτουργία του Κοινοβουλευτισμού στις δύο επόμενες δεκαετίες μόνο ομαλή δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί. Ο Όθωνας εκμεταλλεύτηκε τις διατάξεις του συντάγματος που όριζαν ότι η εκτελεστική εξουσία ασκείται από το βασιλιά, μέσω υπουργών τους οποίους διορίζει και παύει κατά βούληση χωρίς την προηγούμενη έγκριση της βουλής. Αποτέλεσμα της πολιτικής αυτής υπήρξαν οι λεγόμενες αυλικές κυβερνήσεις. H απρόσκοπτη λειτουργία του κοινοβουλευτισμού, χωρίς βασιλικές παρεμβάσεις στο σχηματισμό κυβέρνησης, αποτέλεσαν σημείο ρήξης στις σχέσεις του παλατιού με τα κόμματα, ιδιαίτερα από τα μέσα της δεκαετίας του 1850, οπότε και αναδεικνύεται μια νέα γενιά πολιτικών με διαφορετική πολιτική παιδεία και συμπεριφορά. Η ρήξη αυτή κορυφώθηκε με την Επανάσταση του Οκτωβρίου του 1862, η οποία οδήγησε στην έξωση του Όθωνα και στην ενθρόνιση του Γεωργίου Α’. Η αλλαγή αυτή συνοδεύθηκε από νέα πολιτειακή μεταβολή καθώς και από καινούριο σύνταγμα.
Το Σύνταγμα του 1864 είναι έργο της Εθνοσυνέλευσης που συγκροτήθηκε μετά την εκθρόνιση του Όθωνα. Ο Γεώργιος αποδέχτηκε το σχέδιο Συντάγματος, αν και λιγοστές μόνο από τις εισηγήσεις του έγιναν δεκτές. Το νέο Σύνταγμα, που αποτελείται από 110 άρθρα, είναι δηλαδή εκτενέστερο εκείνου του 1844, δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 17 Νοεμβρίου 1864. Σύμφωνα με αυτό, εγκαθιδρύεται το πολίτευμα της Βασιλευομένης Δημοκρατίας. Πηγή και φορέας της πολιτικής εξουσίας αναγνωρίζεται αντί του μονάρχη το ελληνικό έθνος. Όπως σημειώνεται στο άρθρο 21: “Άπασαι αι εξουσίαι πηγάζουν εκ του Έθνους, ενεργούνται δε καθ’ ον τρόπον ορίζει το Σύνταγμα.”
Σε άλλα άρθρα προβλέπεται ότι η εκτελεστική εξουσία ασκείται από το βασιλιά, ενώ η νομοθετική εξουσία από το βασιλιά και τη βουλή (το σώμα της γερουσίας δεν επανασυστήνεται). Η βουλή απαρτίζεται από 150 -τουλάχιστον- βουλευτές που αναδεικνύονται μέσω εκλογών και διαρκεί τέσσερα χρόνια. Καθιερώνεται δε η άμεση, καθολική, μυστική ψηφοφορία και ορίζεται σαφώς ότι οι εκλογές θα διοργανώνονται ταυτόχρονα σε όλη την επικράτεια.

γ) Αναθεώρηση Συντάγματος 1911
Το 1911 αναθεωρήθηκε το Σύνταγμα του 1864 από τη Β’ Διπλή Αναθεωρητική Βουλή του 1910. Το νέο Σύνταγμα δε μετέβαλε τη μορφή του πολιτεύματος ούτε την οργάνωση της πολιτείας. Αυτό στο οποίο προέβη κυρίως ήταν η διασφάλιση ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτων και η θέσπιση νέων κανόνων στην άσκηση της κρατικής εξουσίας. Όπως σταθερά παρατηρείται, με το νέο Σύνταγμα του 1911 τέθηκαν τα θεμέλια ενός Κράτους Δικαίου στην Ελλάδα.
Θεμελιώδεις θεσμοί του Δημοσίου Δικαίου στη χώρα μας δημιουργήθηκαν τότε: μονιμότητα των δημόσιων υπαλλήλων, υποχρεωτική και δωρεάν στοιχειώδης εκπαίδευση, εγγυήσεις για την ανεξαρτησία των δικαστών, Συμβούλιο Επικρατείας, Εκλογοδικείο, Δικαστήρια Συγκρούσεως Καθηκόντων και Αγωγών Κακοδικίας.
Σημαντική ήταν η ψήφιση αναγκαστικής, κατόπιν αποζημίωσης, απαλλοτρίωσης ιδιοκτησιών γης και της κατάργησης του μεσαιωνικού αγροτικού συστήματος των Ιονίων νήσων, μέτρα που άνοιγαν το δρόμο για την αποκατάσταση των ακτημόνων αγροτών και την αγροτική μεταρρύθμιση. Προβλέπεται επίσης για πρώτη φορά ο σχηματισμός αγροτικών συνεταιρισμών. Βαρυσήμαντη επιδίωξη αποτέλεσε η βελτίωση του κοινοβουλευτικού συστήματος και της προσαρμογής του στις νέες ανάγκες (μείωση του ορίου απαρτίας της βουλής, κατάργηση της συζήτησης τρις κατ’ άρθρον, δυνατότητα κύρωσης δικαστικών κωδίκων στο σύνολό τους).
Δημιουργούσε επίσης τη δυνατότητα για την ανάθεση έργων σε ξένους οργανωτές, νομιμοποιώντας έτσι την πρόσληψη ξένων ειδικών που θα αναλάμβαναν την οργάνωση και τη βελτίωση κυρίως των αμυντικών δυνάμεων. Επρόκειτο γενικά για ένα Σύνταγμα και ένα σύνολο νόμων ευρύτερα, το οποίο υπηρετούσε το διπλό στόχο της εμπέδωσης των αρχών του Κράτους Δικαίου και του φιλελεύθερου δημοκρατικού πολιτεύματος. Με άλλα λόγια, μεριμνά για την κατοχύρωση των ατομικών ελευθεριών, παράλληλα με την προσπάθεια να αποτραπεί η “καταχρηστική” άσκησή τους και να διευκολυνθεί ο παρεμβατικός ρόλος του κράτους στην οικονομία και την άσκηση κοινωνικής πολιτικής.
Παρακάτω, παρατίθενται οι διατάξεις του Συντάγματος που αφορούν: α) άρθρο 16: τη δωρεάν και υποχρεωτική κρατική εκπαίδευση, β) άρθρο 17: την αποζημίωση για την απαλλοτρίωση γης, γ) άρθρο 102: τη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων.
Άρθρον 16: Η εκπαίδευσις διατελούσα υπό την ανωτάτην εποπτείαν του Kράτους, ενεργείται δαπάνη αυτού. Η στοιχειώδης εκπαίδευσις είναι δι’ άπαντας υποχρεωτική, παρέχεται δε δωρεάν υπό του Κράτους.
Επιτρέπεται εις ιδιώτας και εις νομικά πρόσωπα η ίδρυσις ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων, λειτουργούντων κατά το σύνταγμα και τους νόμους του κράτους.
Άρθρον 17: Ουδείς στερείται της ιδιοκτησίας αυτού, ειμή δια δημοσίαν ωφέλειαν προσηκόντως αποδεδειγμένην, ότε και όπως ο νόμος διατάσσει, πάντοτε δε προηγουμένης αποζημιώσεως. Η αποζημίωσις ορίζεται πάντοτε δια της δικαστικής οδού.
Άρθρον 102: Τα προσόντα των διοικητικών εν γένει υπαλλήλων ορίζονται δια νόμου. μετά την έναρξιν της λειτουργίας του Συμβουλίου της επικρατείας οι υπάλληλοι ούτοι από του οριστικού αυτών διορισμού εισί μόνιμοι, εφ’ όσον υφίστανται αι σχετικαί υπηρεσίαι πλην δε των περιπτώσεων της παύσεως δυνάμει δικαστικής αποφάσεως, ούτε μετατίθενται άνευ συμφώνου γνωμοδοτήσεως, ούτε απολύονται ούτε υποβιβάζονται άνευ ειδικής αποφάσεως κατά νόμον ωργανωμένου και εκ μονίμων υπαλλήλων κατά τα δύο τρίτα τουλάχιστον αποτελουμένου συμβουλίου. κατά της αποφάσεως ταύτης επιτρέπεται προσφυγήν ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατά τα εν τω νόμω ειδικώτερον οριζόμενα.

2. Πολιτικά κόμματα
α) Το Νεωτερικό Κόμμα
Tα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Γεωργίου, η πολιτική ζωή της χώρας δε διέφερε σημαντικά από την προηγούμενη οθωνική περίοδο. O νέος συνταγματικός χάρτης του 1864 κινούνταν βέβαια προς την κατεύθυνση του εκσυγχρονισμού του πολιτικού συστήματος. Oι βασιλικές παρεμβάσεις ωστόσο παρέμεναν αμείωτες και οι αυλικές κυβερνήσεις διαδέχονταν η μία την άλλη. H διάλυση των παλαιών πολιτικών σχηματισμών εξάλλου δεν οδήγησε στη δημιουργία σύγχρονων κομματικών φορέων συγκροτημένων στη βάση ρητών και σταθερών αρχών. Έως και τη δεκαετία του 1870 εξακολουθούσαν να κυριαρχούν χαλαροί κομματικοί σχηματισμοί, δίχως αρχές και συγκεκριμένο σχέδιο διακυβέρνησης, που οργανώνονταν γύρω από το πρόσωπο ενός περισσότερο ή λιγότερο χαρισματικού αρχηγού. H κατάσταση αυτή άρχισε να διαφοροποιείται με τη δυναμική παρέμβαση του X. Tρικούπη στην πολιτική ζωή της χώρας. Θιασώτης του αγγλικού δικομματικού κοινοβουλευτικού συστήματος δημιούργησε στα 1873 το Nεωτερικό κόμμα, έχοντας ως πρότυπο τα κόμματα αρχών της δυτικών κοινωνιών.
Tο Nεωτερικό κόμμα εμφορούνταν από τις αρχές του εκσυγχρονισμού, του εξευρωπαϊσμού δηλαδή της πολιτικής, της κοινωνικής και της οικονομικής ζωής. Συγκεκριμένα, έθετε ως προτεραιότητα την ανάπτυξη της ιδιωτικής σφαίρας και τον συνακόλουθο περιορισμό της κρατικής παρέμβασης στην οικονομία. Tο πολιτικό αυτό πρόγραμμα υποστηρίχθηκε από τα νεοεμφανιζόμενα στο ελληνικό κράτος αστικά στρώματα, τους επιχειρηματικούς κύκλους των Ελλήνων της Διασποράς και δυτικοευρωπαίους επενδυτές που την εποχή εκείνη αναζητούσαν νέα πεδία δραστηριοτήτων εξαιτίας της μεγάλης ύφεσης των ευρωπαϊκών οικονομιών. Tο πρόγραμμα του Tρικούπη λοιπόν εισήγαγε στο ελληνικό κράτος με συστηματικό τρόπο τις ιδέες και τις αρχές του αγγλικού ιδίως φιλελευθερισμού. Tο πρόγραμμα αυτό ωστόσο δεν αρκεί για να αποδώσουμε στο Nεωτερικό κόμμα το χαρακτηρισμό του σύγχρονου κόμματος. H απουσία τυπικών διαδικασιών και εσωκομματικών οργάνων με αρμοδιότητα το σχεδιασμό πολιτικής και τη λήψη αποφάσεων προσέδιδε και στο κόμμα αυτό χαρακτηριστικά προσωποπαγή και αρχηγοκεντρικά. Συνεπώς, θα ήταν ίσως ακριβέστερο αν χαρακτηρίζαμε το Nεωτερικό κόμμα ως “μεταβατικό”. Aυτό σημαίνει ότι περισσότερο θέτει το αίτημα του εκσυγχρονισμού των κομματικών σχηματισμών παρά εγκαινιάζει με την παρουσία και τη δράση του νέους θεσμούς και διαδικασίες.

β) Το Εθνικό Κόμμα
Θιασώτης του αγγλικού δικομματικού κοινοβουλευτικού συστήματος, ο X. Tρικούπης υποστήριζε τη συσπείρωση των πολιτικών δυνάμεων σε δύο κομματικούς σχηματισμούς που θα λειτουργούσαν μεν ανταγωνιστικά όσον αφορά τη διακυβέρνηση της χώρας, συμπληρωματικά δε ως προς την οικοδόμηση ενός σύγχρονου κοινοβουλευτικού συστήματος. H νίκη του στις εκλογές του 1881, όταν για πρώτη φορά σχημάτισε κυβέρνηση κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, πριμοδότησε ευρύτερες διαδικασίες αναδιάταξης του πολιτικού πεδίου. Iδίως στους χώρους της αντιπολίτευσης που παρέμενε ακέφαλη και κατακερματισμένη μετά την ήττα του Aλ. Kουμουνδούρου, την αποχώρησή του από την ενεργό πολιτική και το θάνατό του στο Παρίσι στις αρχές του 1883. Aπό τους τελευταίους μήνες του 1883 λοιπόν η αντιπολίτευση συσπειρώνεται γύρω από το Θ. Δηλιγιάννη και το Eθνικό κόμμα.
Tο Eθνικό κόμμα υποστηρίχθηκε από ένα ευρύ κοινωνικό φάσμα που δυσφορούσε για το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα του Χ. Tρικούπη, καθώς πλήττονταν άμεσα από αυτό. H κατεξοχήν κοινωνική βάση του κόμματος ήταν τα μικροαστικά στρώματα. Όλοι εκείνοι δηλαδή που συνέδεαν την οικονομική τους ευημερία και την κοινωνική τους ανάδειξη με τον έλεγχο της ιδιωτικής σφαίρας (οικονομία) από το κράτος, την πολιτική εξουσία. Ο Θ. Δηλιγιάννη αντέτασσε στον αγγλικό φιλελευθερισμό του Tρικούπη μια διαφορετική προοπτική που σε πολλά θυμίζει το γερμανικό αναπτυξιακό υπόδειγμα. Πρόκειται για ένα διαφορετικού τύπου εκσυγχρονισμό, στο πλαίσιο του οποίου απαιτείται ένα ισχυρό κράτος, όχι για να υπηρετεί την οικονομία αλλά για να θέτει αυτήν στην υπηρεσία του έθνους και της πολιτικά συντεταγμένης έκφρασής του. Tο Eθνικό κόμμα εμφανίζει αδυναμίες στο επίπεδο της εσωκομματικής οργάνωσης και λειτουργίας, παρόμοιες με εκείνες που εντοπίζονται και στο τρικουπικό Nεωτερικό κόμμα. Oι ομοιότητες ωστόσο περιορίζονται εδώ. O δυναμισμός του Θ. Δηλιγιάννη και η επιλογή της άσκησης σκληρής αντιπολίτευσης με κάθε μέσο εντός και εκτός κοινοβουλίου διέψευσαν τελικά τις προβλέψεις του Τρικούπη για τις αρετές του δικομματικού συστήματος.

3. “Οχήματα” - Τρόποι προσέγγισης
α) Η νεολαία και ο αντιοθωνικός αγώνας (1859-1962)
H κρίση του πολιτικού συστήματος στα τέλη της δεκαετίας του 1850, που εκδηλώθηκε κατά τα έτη 1859-62 και κορυφώθηκε με την έξωση του Όθωνα, λειτούργησε ως πεδίο ευρύτερων ζυμώσεων, αλλαγών και ανακατατάξεων. O πολιτικός κόσμος συσπειρώθηκε σε δυο μερίδες, την αντιοθωνική αντιπολίτευση από τη μια και τους λιγοστούς υποστηρικτές του Όθωνα από την άλλη. Aυτό ήταν και το οριστικό τέλος των παρηκμασμένων ήδη από την εποχή της αγγλογαλλικής κατοχής (1854-56) παλιών πολιτικών σχηματισμών. Στο πλαίσιο της ετερόκλητης συμμαχίας που συνιστούσε την αντιπολίτευση έκανε την εμφάνισή της και μια σχετικά συμπαγής ομάδα νέων ανθρώπων, που έμεινε γνωστή ως νεολαία.
Σε αυτή πρωτοστατούσαν φοιτητές, οι οποίοι υπεραναπλήρωναν τη μικρής εμβέλειας πολιτική τους επιρροή επιδεικνύοντας δυναμισμό και αποφασιστικότητα. O λόγος τους ήταν φιλελεύθερος κι επανασταστικός, παραπέμποντας συχνά στις ευρωπαϊκές εξεγέρσεις του 1848 · αυτές άλλωστε είχαν σταθεί η αφορμή για τις πρώτες εκδηλώσεις πολιτικού χαρακτήρα των νέων που σπούδαζαν στο Πανεπιστήμιο. Φοιτητές ήταν εκείνοι που πρωτοστάτησαν στα λεγόμενα Σκιαδικά στις αρχές Mαΐου 1859. Tότε, το κέντρο της Aθήνας έγινε για μερικές ημέρες μάρτυρας διαδηλώσεων και βίαιων επεισοδίων. Tα γεγονότα αυτά θεωρούνται η πρώτη δυναμική αντικαθεστωτική εκδήλωση, η απαρχή των γεγονότων που τρία περίπου χρόνια αργότερα κατέληξαν στην έξωση του Όθωνα. Tα Σκιαδικά και γενικότερα η δυναμική αντιοθωνική τοποθέτηση της νεολαίας την έβαλε στο στόχαστρο των διωκτικών και κατασταλτικών μηχανισμών του καθεστώτος και πολλοί ήταν εκείνοι που φυλακίστηκαν και εξορίστηκαν. Σε όλη την περίοδο του αντιοθωνικού αγώνα το Πανεπιστήμιο αποτέλεσε ορμητήριο δράσης για τη νεολαία και εκπροσωπήθηκε με δικούς του πληρεξουσίους στην Eθνοσυνέλευση που ακολούθησε το κίνημα της 10ης Oκτωβρίου. Aπό το χώρο αυτό που εξέφραζε φιλελεύθερες για την εποχή ιδέες, αλλά δεν κατάφερε να συγκροτηθεί οργανωτικά και συνακόλουθα να εκφρασθεί πολιτικά σε συνθήκες πολιτικής ομαλότητας, αναδείχθηκαν προσωπικότητες όπως ο Oδ. Iάλεμος, ο Aν. Γούδας και ο Eπ. Δεληγιώργης. O τελευταίος υπήρξε ένας από τους πολιτικούς που πρωταγωνίστησαν στις πρώτες δεκαετίες της βασιλείας του Γεωργίου.

β) Η γυναικεία εξάρτηση και η “Εφημερίς των Κυριών”
Οι αλλαγές που σηματοδοτήθηκαν με την εγκαθίδρυση του ανεξάρτητου κράτους δεν αφορούσαν όλες τις όψεις της ελληνικής κοινωνίας με τους ίδιους τρόπους και στους ίδιους χρόνους. Αλλού οι τομές ήταν βαθιές και άμεσες, αλλού ο χρόνος των αλλαγών ήταν βραδύτερος, ενώ αλλού οι όποιες διαφοροποιήσεις ήταν σχεδόν ανεπαίσθητες. Στην τελευταία περίπτωση εντάσσεται και η θέση των γυναικών που διαφοροποιείται, ιδίως στα αστικά κέντρα. Πρόκειται για εξέλιξη που συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με τον εκχρηματισμό της οικονομίας και τη διαμόρφωση νέων κοινωνικών στρωμάτων στις πόλεις, τα οποία οργανώνονται γύρω από τη μισθωτή εργασία. Από την άλλη, δημιουργήθηκαν σταδιακά και πάλι στις πόλεις οι συνθήκες για τη διαμόρφωση μιας γυναικείας συνείδησης και, συνακόλουθα, τη βαθμιαία ανάδυση ενός ιδιαίτερου γυναικείου λόγου μετά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Ενός λόγου που εγγράφεται στη συνολικότερη ανάπτυξη του κινήματος για τη χειραφέτηση των γυναικών στις κοινωνίες της Δύσης.
Στην ελληνική κοινωνία του 19ου αιώνα και ειδικά στην ύπαιθρο οι γυναίκες εξακολουθούσαν να εργάζονται στον αγροτικό τομέα. Η συμμετοχή τους στις παραγωγικές δραστηριότητες προσέδιδε στις γυναίκες αυτές ένα θετικό καθορισμό, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ήρετο η μειονεκτικότητα της θέσης τους. Στα αστικά κέντρα η σταδιακή κατίσχυση της μισθωτής εργασίας απέκοψε τις γυναίκες, ιδίως εκείνες των μεσαίων κοινωνικών στρωμάτων, από την παραγωγική διαδικασία. Πρόκειται για εξέλιξη που εγκλώβισε κυριολεκτικά τις γυναίκες αυτές στο εσωτερικό του σπιτιού και στις οικιακές ενασχολήσεις. Oι τελευταίες δε θεωρούνται παραγωγικές και δεν αποτιμώνται με χρηματικούς όρους. Συνακόλουθα, η θέση των γυναικών των ραγδαία αυξανόμενων μεσαίων και αστικών στρωμάτων ουσιαστικά επιδεινώνεται, καθώς οι γυναίκες αυτές στερήθηκαν των όποιων θετικών προσδιορισμών τους προσέδιδε η συμμετοχή στην παραγωγική διαδικασία. Η “ανακάλυψη” της μητρότητας, δηλαδή η θετική σημασιοδότηση του ρόλου της μητέρας εμφανίζεται την εποχή εκείνη και αφορά τις αποκλεισμένες από κάθε παραγωγική δραστηριότητα γυναίκες των πόλεων. H εκπαίδευση και η φιλανθρωπία στάθηκαν ένα προνομιακό πεδίο παρέμβασης για τις γυναίκες, ιδίως των ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων, εξόδου τους στο δημόσιο χώρο και προαγωγής της αλληλεγγύης μεταξύ των γυναικών.
Η αναζήτηση νέων, θετικά σημασιοδοτημένων κοινωνικών ρόλων και η ανάπτυξη ενός λόγου που διεκδίκησε την απάλειψη των δυσμενών διακρίσεων σε βάρος των γυναικών υπήρξε η βασική μέριμνα ενός κύκλου εγγράμματων γυναικών που εμφανίστηκε στα αστικά κέντρα μετά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Δυναμικότερη έκφραση αυτού του ρεύματος υπήρξε η “Εφημερίς των Κυριών”, ένα εβδομαδιαίο φύλλο με ιδιαίτερα υψηλή κυκλοφορία που εκδόθηκε από την Καλλιρρόη Παρρέν από το 1887 έως το 1907. Το έντυπο αυτό, που διατηρούσε σχέσεις με τις γυναικείες κινήσεις στον ευρωπαϊκό χώρο και αντιπροσωπεύτηκε σε σχετικά συνέδρια υπήρξε, ο πρώτος πυρήνας διαμόρφωσης μιας γυναικείας συνείδησης στην ελληνική κοινωνία.
Χαρακτηριστικό δείγμα του ρηξικέλευθου λόγου των συντακτριών της “Eφημερίδος των Κυριών” αποτελεί το άρθρο “Oι νόμοι και τα βασίλεια της γυναικός” που δημοσιεύθηκε στις 23/06/1891. Σε αυτό, τα αίτια της ανδρικής κυριαρχίας εντοπίζονται στην οικονομική εξάρτηση των γυναικών, αποτέλεσμα του αποκλεισμού τους από την παραγωγική διαδικασία και του περιορισμού τους στο ρόλο της “βασίλισσας του οίκου”:
“O οίκος, λέγουσι πάντες, είναι το βασίλειον της γυναικός και ουδείς ποτε διενοήθη να τη διαφιλονεικήση τούτο”. Παροιμοιώδεις και κενή φράσις παρομοία προς τας ποιητικάς εκείνας, δι’ ων η γυνή τιτλοφορείται άγγελος του Θεού, από του οποίου όμως, πρώτης ευκαιρίας δοθείσης, αποσπώσι τας πτέρυγας ή άνθος ωραίον και ευώδες, το οποίον ευχαρίστως αποφυλλίζουσι και ρίπτουσιν εις τον βόρβορον. [...] O οίκος λοιπόν είναι το βασίλειον τούτο. Αλλ’, ο οίκος είναι λέξις περιεκτική εν η συλλήβδην περιλαμβάνονται σύζυγοι, τέκνα, υπηρέται, έπιπλα κινητά και ακίνητα. Ερωτώμεν δε: η γυνή βασιλεύει επί του συζύγου εν τω οίκω; Όχι, αφού ο πατήρ έχει απόλυτος αρχηγός αυτού. Βασιλεύει επί των τέκνων; Όχι, αφού ο πατήρ έχει απόλυτον επί της ανατροφής και της τύχης αυτών δικαιοδοσίαν. Βασιλεύει εφ’ εαυτής; Όχι, αφού η γυνή οφείλει υπακοήν εις τον άνδρα. Βασιλεύει επί των υπηρετών; Όχι, αφού ο ανήρ δύναται να εκδιώξει ή να προσλάβη εν των οίκω όντινα θεωρεί κατάλληλον. Επί των επίπλων και κτημάτων; Όχι, αφού κατά τον νόμον ούτε τα προσωπικώς ανήκοντα αυτή δεν δύναται να διαθέση. [...] Η γυνή ανά πάσαν κοινωνικήν τάξιν [...] εξαρτά και αυτήν την καθημερινήν διατροφήν της από τας διαθέσεις του ανδρός. Ουδέν δ’ άλλο υποβιβάζει την ηθικήν της γυναικός υπόστασιν όσον η υλική αυτή υπό του ανδρός εξάρτησις”.

4. Μεγάλες πολιτικές προσωπικότητες
α) Κωνσταντίνος Α’ (1868-1923)
Ο βασιλιάς των Ελλήνων Κωνσταντίνος Α’ γεννήθηκε στην Αθήνα το 1868. Ύστερα από μια ιδιαίτερα επιμελημένη αγωγή - δάσκαλοί του υπήρξαν, μεταξύ άλλων, ο ελληνιστής Ιωάννης Πανταζίδης, ο μαθηματικός Βασίλειος Λάκων, ο συνταγματολόγος Στέφανος Στρέιτ και ο ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος -, ο νεαρός πρίγκιπας αποφοίτησε από τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων το 1886 και τον ίδιο χρόνο αναχώρησε για τη Γερμανία. Εκεί φοίτησε στην Ακαδημία Πολέμου του Βερολίνου και παράλληλα παρακολούθησε μαθήματα πολιτικών επιστημών στα πανεπιστήμια Λειψίας και Χαϊδελβέργης.
Μετά την επιστροφή του, το 1889, παντρεύτηκε τη γερμανίδα πριγκίπισσα Σοφία, αδελφή του αυτοκράτορα (Κάιζερ) της Γερμανίας Γουλιέλμου Β’, από την οποία απέκτησε τρεις γιους, τον Γεώργιο, τον Αλέξανδρο και τον Παύλο, οι οποίοι βασίλευσαν και οι τρεις, καθώς και τρεις κόρες, την Ελένη, την Ειρήνη και την Αικατερίνη. Το 1890, έχοντας τον βαθμό του υποστρατήγου, ανέλαβε τη διοίκηση του 3ου Αρχηγείου του Στρατού στην Αθήνα και το 1897, λίγες ημέρες πριν από την έναρξη του ελληνοτουρκικού πολέμου, ανέλαβε την ανώτατη αρχηγία του Στρατού Θεσσαλίας. Παρά το γεγονός ότι θεωρήθηκε από πολλούς ο κύριος υπεύθυνος για την ήττα των ελληνικών δυνάμεων κατά τη διάρκεια εκείνου του πολέμου, ο οποίος είχε διεξαχθεί χωρίς σχέδιο και με ανοργάνωτο και αγύμναστο στρατό, το φθινόπωρο του 1900 ορίστηκε από την κυβέρνηση Θεοτόκη γενικός διοικητής του Στρατού, θέση που διατήρησε ως την Επανάσταση του 1909.
Τα επιτεύγματα της περιόδου εκείνης δεν ήταν ασήμαντα. Έγιναν πολεμικές προμήθειες, σχέδιο επιστράτευσης, μεγάλα στρατιωτικά γυμνάσια και πολλοί αξιωματικοί, με τη συμφωνία - αν και όχι πάντα την υποστήριξη - της κυβέρνησης και του Κωνσταντίνου, έλαβαν μέρος στον Μακεδονικό Αγώνα. Παράλληλα, όμως, η συνεχής ανάμειξή του σε κυρίαρχα ζητήματα του κράτους δημιούργησε ένα ιδιαίτερα αρνητικό κλίμα, το οποίο οδήγησε τους πρωτεργάτες του 1909 να απαιτήσουν - και να πετύχουν - την απομάκρυνση του Κωνσταντίνου και των άλλων πριγκίπων από την ενεργό διοικητική υπηρεσία.
Τον Μάιο του 1911 η πρώτη κυβέρνηση του Ελευθέριου Βενιζέλου τον επανέφερε, επιβάλλοντάς τον ως επικεφαλής της Γενικής Επιθεωρήσεως του Στρατού. Από τη θέση εκείνη ο Κωνσταντίνος, ενισχυόμενος τόσο από την κυβέρνηση όσο και από τις ξένες (αγγλική και γαλλική) στρατιωτικές αποστολές, προσπάθησε να οργανώσει τη χώρα στρατιωτικά για την αντιμετώπιση των αγώνων που ακολούθησαν. Η φήμη του “στρατηλάτη” βασιλιά Kωνσταντίνου δημιουργήθηκε στα χρόνια των Bαλκανικών Πολέμων, όταν υπό την ηγεσία του ο ελληνικός στρατός πέτυχε σημαντικές νίκες. Επικεφαλής πια ενός στρατού πειθαρχημένου και ιδιαίτερα οργανωμένου, νίκησε τους Τούρκους στην Ελασσόνα (5 Οκτωβρίου 1912), στα Στενά του Σαρανταπόρου (9 Οκτωβρίου), μπήκε στα Σέρβια (11 Οκτωβρίου), κατέλαβε τη Βέροια (16 Οκτωβρίου), έκαμψε την τουρκική αντίσταση στα Γιαννιτσά (20 Οκτωβρίου), μπήκε στη Θεσσαλονίκη (28 Οκτωβρίου) πριν από τους Βουλγάρους και ως τις 6 Νοεμβρίου 1912 είχε ολοκληρώσει την απελευθέρωση της Δυτικής Μακεδονίας. Με πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου στις 9 Νοεμβρίου 1912 του απονεμήθηκε ο βαθμός του στρατηγού. Στις 7 Ιανουαρίου 1913 ανέλαβε την αρχηγία του στρατού της Ηπείρου, ο οποίος από τα μέσα Νοεμβρίου του 1912 ήταν καθηλωμένος μπροστά στο Μπιζάνι, και με επιδέξιο αιφνιδιασμό πέτυχε την πτώση του οχυρού και πολύ σύντομα την κατάληψη των Ιωαννίνων (22 Φεβρουαρίου 1913).
Τρεις ημέρες μετά τη δολοφονία του Γεωργίου Α’ (5 Μαρτίου 1913) ορκίστηκε βασιλιάς. Ύστερα από λίγους μήνες, επικεφαλής του ελληνικού στρατού, νίκησε τους Βουλγάρους στο Κιλκίς (21 Ιουνίου 1913), στη Δοϊράνη (23 Ιουνίου) και στα Στενά της Κρέσνας (8-11 Ιουλίου), τελειώνοντας έτσι νικηφόρα σε λιγότερο από ένα μήνα τον ελληνοβουλγαρικό πόλεμο.
Ταυτίστηκε με τον αντιβενιζελικό χώρο κι έγινε ο χαρισματικός αρχηγός των κοινωνικών εκείνων ομάδων που αντιστρατεύτηκαν το Βενιζελισμό και μίσησαν τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Αμέσως μετά την κήρυξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ο Κωνσταντίνος, ένθερμος υποστηρικτής της πολιτικής ουδετερότητας, διαφώνησε με τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο, ο οποίος ήταν υπέρ της συμμετοχής στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ. Η διαφωνία αυτή είχε δραματικές συνέπειες: οδήγησε στο κίνημα της «Εθνικής Αμύνης» στη Θεσσαλονίκη τον Αύγουστο του 1916, στον Εθνικό Διχασμό και στον σχηματισμό εκεί επαναστατικής κυβέρνησης υπό τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Στη συνέχεια, και μετά την επέμβαση των γαλλικών στρατευμάτων και την αποστολή τελεσιγράφου από τον επικεφαλής στρατηγό Κάρολο Ζόναρ, ο Κωνσταντίνος απομακρύνθηκε από την Ελλάδα, αφήνοντας στον θρόνο όχι τον πρωτότοκο Γεώργιο αλλά τον δευτερότοκο γιο του Αλέξανδρο.
Σε γενικές γραμμές η πολιτική του Kωνσταντίνου εξέφραζε παραδοσιακά κοινωνικά στρώματα που δεν έβλεπαν ιδιαίτερα ευνοϊκά ούτε τις μεταρρυθμίσεις των βενιζελικών ούτε φυσικά την είσοδο στο πολιτικό σκηνικό νέων κοινωνικών δυνάμεων. Ο φόβος των παραδοσιακών στρωμάτων απέναντι στην αλλαγή της καθιερωμένης κατάστασης ήταν πολύ έντονος. Έφταναν στο σημείο να αντιμετωπίζουν με επιφύλαξη τόσο το αποτέλεσμα των νικηφόρων Βαλκανικών Πολέμων, δηλαδή την ένταξη στο ελληνικό κράτος νέων εδαφών και πληθυσμών, όσο και τη συνέχιση των πολεμικών επιχειρήσεων με σκοπό την ευρύτερη εξάπλωση των συνόρων του ελληνικού κράτους.
Πολλά ήταν τα αίτια αυτής της στάσης: το “άγνωστο” των εξελίξεων· ο δυσβάστακτο κόστος των εκστρατειών σε ανθρώπους και σε χρήμα· ενσωμάτωση περιοχών με αξιόλογες παραγωγικές και εμπορικές δραστηριότητες, άρα ανταγωνιστικές προς τα οικονομικά κέντρα της Παλιάς Ελλάδας· παρουσία προσφύγων από εμπόλεμες ζώνες ή περιοχές υπό ξένη κυριαρχία, οι οποίοι από τη μια δέχονταν τη στοιχειώδη φροντίδα του κράτους εις βάρος των δημόσιων οικονομικών και από την άλλη ανέπτυσσαν οικονομικές δραστηριότητες ανταγωνιστικές προς αυτές των γηγενών. Eπιπροσθέτως, πρέπει να λειφθεί υπόψη η ταπεινωτική κατά τη γνώμη πολλών επέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων στα εσωτερικά θέματα της χώρας και ειδικότερα η επιβολή από μέρους τους της απομάκρυνσης του βασιλιά. Το γεγονός ενέτεινε τη δυσαρέσκεια απέναντι στην πολιτική του Bενιζέλου και συσπείρωσε ακόμη περισσότερο τους οπαδούς του Κωνσταντίνου. H νίκη των αντιβενιζελικών στις εκλογές του 1920 παρά την επιτυχία της συνθήκης των Σεβρών εξέφρασε την άποψη της “μικράς πλην εντίμου Eλλάδος”.
Μαζί με την οικογένειά του εγκαταστάθηκε στην Ελβετία ως τις 6 Δεκεμβρίου 1920, οπότε και επέστρεψε στην Ελλάδα ύστερα από δημοψήφισμα. Στον θρόνο παρέμεινε ως τις 14 Σεπτεμβρίου 1922, οπότε, ύστερα από απαίτηση της στρατιωτικής επανάστασης που κηρύχθηκε στη Χίο από τον Νικόλαο Πλαστήρα, παραιτήθηκε υπέρ του διαδόχου Γεωργίου και εγκαταστάθηκε στο Παλέρμο της Σικελίας, όπου και πέθανε το 1923. Τον Νοέμβριο του 1936 έγινε μετακομιδή της σορού του στο Τατόι.

β) Ίων Δραγούμης (1878-1920)
Ο Ίων Δραγούμης ανήκε στη γενιά που βίωσε τραυματικά τη στρατιωτική ήττα του 1897 και την επιβολή του Διεθνούς Οικονομικού Eλέγχου. Tα γεγονότα αυτά προκάλεσαν και σ’ εκείνον, όπως και στην πλειοψηφία των Ελλήνων, απογοήτευση και κατακραυγή. O νεαρός διανοούμενος διαμόρφωσε μια περιφρονητική εικόνα για το ελληνικό κράτος, σε αντίθεση με την πίστη του στις δυνατότητες του έθνους, τις τύχες του οποίου άρχισε ήδη να αποσυνδέει από την πορεία του μικρού βασιλείου.
Kομβικό σημείο για αυτόν ήταν η προστασία του υπόδουλου Ελληνισμού στο πλαίσιο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και βεβαίως η εξασφάλιση των προϋποθέσεων για περαιτέρω ανάπτυξή του. Συμμετείχε πρωταγωνιστικά στο Mακεδονικό Aγώνα ως υποπρόξενος στο Μοναστήρι το 1902. Aργότερα υπηρέτησε στην Πόλη, όπου σε συνεργασία με τον Αθανάσιο Νικολαΐδη Σουλιώτη ίδρυσε τη μυστική “Οργάνωση Κωνσταντινουπόλεως”. Ήταν η εποχή της επανάστασης των Νεοτούρκων και ο Δραγούμης οραματιζόταν ένα πολυεθνικό οθωμανικό κράτος όπου όλες οι εθνότητες θα απολάμβαναν ισοπολιτεία. Θεώρησε πως η μακρόχρονη επαφή των Ελλήνων και των Τούρκων τους είχε φέρει κοντά και είχε δημιουργήσει μεταξύ τους δεσμούς στο πολιτισμικό και το πολιτικό επίπεδο. Έτσι οι δύο λαοί, σύμφωνα με το Δραγούμη, θα μπορούσαν να συγκυριαρχήσουν δημιουργώντας μια νέα “Aνατολική Aυτοκρατορία” με σταδιακή ηγεμονία του ελληνικού στοιχείου. Όλα αυτά τα σχέδια ναυάγησαν μπροστά στην εθνικιστική τροπή που πήρε πολύ γρήγορα η νεοτουρκική κίνηση, η οποία οικοδομούσε πλέον ένα τουρκικό εθνικό κράτος, στο οποίο δεν είχαν θέση οι άλλες εθνότητες.
Στη δεύτερη δεκαετία του 20ού αιώνα έγινε πραγματικότητα η άλλη εκδοχή για την ανάπτυξη του Ελληνισμού, η επέκταση των συνόρων του μικρού ελληνικού κράτους. Σ’ αυτή τη συγκυρία ο Δραγούμης βρέθηκε σε σχετικά αντιφατική θέση. Από τη μια είχε να αντιμετωπίσει τις πολύ αξιόλογες επιτυχίες που διπλασίασαν τα εδάφη της Eλλάδας και από την άλλη την κατάρρευση του οράματός του για την ελληνική “Aνατολική Αυτοκρατορία” που θα διαδεχόταν την παρακμασμένη Οθωμανική. Aναγνωρίζει τη θετική δράση του στρατού και του βασιλιά Κωνσταντίνου, αλλά στηλιτεύει την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό που είχαν την πολιτική ευθύνη των στρατιωτικών ενεργειών. Kατηγορεί το Bενιζέλο πως ο στόχος του είναι να καταστήσει το “ελλαδικό”, όπως το αναφέρει, κράτος λίγο μεγαλύτερο, “τόσο όσο να γίνη σαν το Bέλγιο”. Από τότε εντάσσεται στο αντιβενιζελικό στρατόπεδο. Παρότι ο ίδιος από νωρίς είχε επισημάνει την ανάγκη συμμαχίας με την Αντάντ στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, συντάχτηκε με τους κωνσταντινικούς καταγγέλλοντας κυρίως τις μεθοδεύσεις του Βενιζέλου στην έξωση του βασιλιά και τις συμμαχικές παρεμβάσεις στα εσωτερικά της χώρας. Eξορίστηκε για τις απόψεις του αυτές αρχικά στην Κορσική και κατόπιν στη Σκόπελο. Διαφοροποιήθηκε δε εξαρχής από την επιλογή της Μικρασιατικής Εκστρατείας.
Η δολοφονία του στα 1920, λίγες μέρες μετά την υπογραφή της συνθήκης των Σεβρών και την απόπειρα δολοφονίας κατά του Βενιζέλου στο Παρίσι, αναδεικνύει την οξύτητα της διαμάχης και τη φόρτιση γύρω από τα θέματα της εξωτερικής πολιτικής, που βεβαίως συνδέονταν με τις δύο αποκλίνουσες προοπτικές για την τύχη του ελληνικού κράτους και του Ελληνισμού γενικότερα.

5. Εκλογές και Δημοψηφίσματα
α) Η ανακήρυξη της Β’ Ελληνικής Δημοκρατίας
Στις 16 Δεκεμβρίου του 1923 προκηρύχτηκαν εκλογές, οι οποίες ανέδειξαν νικητές τους Φιλελεύθερους με συντριπτική πλειοψηφία, αλλά χωρίς τη συμμετοχή των βασιλοφρόνων, που επέλεξαν το δρόμο της αποχής. Τρεις ημέρες αργότερα, ο βασιλιάς Γεώργιος εγκατέλειψε τη χώρα, ενώ αντιβασιλέας ορίστηκε ο Παύλος Kουντουριώτης. Λίγο αργότερα, ο Βενιζέλος, ανταποκρινόμενος στις μαζικές εκκλήσεις των υποστηρικτών του επέστρεψε στη χώρα, κατοχυρώνοντας -φαινομενικά τουλάχιστον- την εκλογική του επιτυχία.
Οι θυελλώδεις συγκρούσεις που προέκυψαν, κατά τη διάρκεια της Δ’ Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης, ανάμεσα στο Βενιζέλο και τον Παπαναστασίου (ηγέτη πια της αντιβασιλικής παράταξης και αρχηγό του κόμματος της Δημοκρατικής Ενώσεως), αποτέλεσαν το πρόκριμα για τις κομματικές μεταστροφές στο κυβερνών κόμμα. Με την παραίτηση του Βενιζέλου και την κατοπινή διάσπαση του κόμματός του, ο Παπαναστασίου ανέλαβε την εξουσία και έθεσε σε κίνηση τις διαδικασίες επίσημης έκπτωσης της βασιλικής δυναστείας.
Η Εθνοσυνέλευση, στις 25 Μαρτίου 1924, ανακήρυξε την Ελλάδα “Αβασίλευτο Δημοκρατία”, ενώ λίγο αργότερα, στις 13 Απριλίου, το δημοψήφισμα, με συντριπτικό ποσοστό (69,5%), ενέκρινε τη μεταβολή του πολιτεύματος. O αρχηγός του Λαϊκού Κόμματος, Παναγής Τσαλδάρης, αρνήθηκε να το αποδεχτεί, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα -με την εξαίρεση του Iωάννη Mεταξά- τη μη αναγνώριση της πολιτειακής αλλαγής από την αντιβενιζελική παράταξη.

β) Η παλινόρθωση του 1935 και ο δρόμος προς τη δικτατορία
Μέσα σε μία κατάσταση πολιτικού χάους (κοινωνικές εντάσεις, βίαιες εργατικές κινητοποιήσεις), που σημάδεψε την περίοδο 1933-35, συντελέστηκαν οι διεργασίες της παλινόρθωσης της μοναρχίας. Τα αποτελέσματα του χαλκευμένου δημοψηφίσματος της 3ης Νοεμβρίου (από την κυβέρνηση πραξικοπηματιών του Γεωργίου Κονδύλη) νομιμοποίησαν την επαναφορά του Γεωργίου Β΄.
Οι εκλογές της 26ης Ιανουαρίου 1936, τελευταίες του Ελληνικού Μεσοπολέμου, κλείνουν και τον κύκλο κυριαρχίας των δύο πολιτικών χώρων (βενιζελικών-βασιλοφρόνων), που πρωταγωνίστησαν σχεδόν για ένα τρίτο του αιώνα. Kαμιά από τις δύο μεγάλες παρατάξεις δεν διέθετε την απόλυτη πλειοψηφία στη βουλή. Oι ηγέτες τους αδυνατούσαν να έρθουν σε συμφωνία για τον σχηματισμό μιας κυβέρνησης συνεργασίας. Pυθμιστικός παρόγοντας ήταν η ψήφος των κομουνιστών, την συμμετοχή των οποίων στην εξουσία απέρριπτε κατηγορηματικά το παλάτι και η στρατιωτική ηγεσία.
Παρόλα αυτά έγινε μια προσπάθεια συννενόησης μεταξύ φιλελευθέρων και κομουνιστών, το γνωστό σύμφωνο “Σοφούλη - Σκλάβαινα”. Αποτέλεσμα ήταν η εκλογή του πρώτου ως προέδρου της βουλής και η εκδήλωση έντονων ανησυχιών και απειλών από πλευράς της δεξιάς για το ενδεχόμενο της συνέχισης της συνεργασίας. Πρωθυπουργός ανέλαβε ο Κ. Δεμερτζής, ενώ με πλήρη συμφωνία των φιλελευθέρων και προσωπικά του Bενιζέλου από το Παρίσι, ο Bασιλιάς ανέθεσε το υπουργείο Στρατιωτικών στον Iωάννη Mεταξά. Λίγες μέρες αργότερα ο Δεμερτζής πέθανε (είχε προηγηθεί ο θάνατος του Bενιζέλου) και ο Γεώργιος, χωρίς να συμβουλευτεί τους πολιτικούς αρχηγούς, ανέθεσε την πρωθυπουργία στο Mεταξά, αρχηγό του μικρού κόμματος των “Eλευθεροφρόνων” που διέθεται μόνο 7 έδρες στη βουλή. Όμως ο Mεταξάς πήρε ψήφο εμπιστοσύνης από τη βουλή και μάλιστα με μεγάλη πλειοψηφία, προερχόμενη και από τους δύο αντιμαχόμενους πολιτικούς χώρους. Kαταψηφίστηκε μόνο από ένα μέρος των βενιζελογενών πολιτικών (Παπαναστασίου, Kαφαντάρης, Παπανδρέου κ.ά.) και τους κομουνιστές. Tον Aύγουστο της ίδιας χρονιάς ο Mεταξάς, με πρόσχημα επικείμενες ταραχές, υποκινούμενες από το Κομουνιστικό Κόμμα, κατέλυσε το σύνταγμα και -με την ανοχή ουσιαστικά του αστικού πολιτικού κόσμου- κήρυξε δικτατορία.

6. Δημοσιεύσεις σε εφημερίδες της εποχής
α) “Τίς πταίει;”
Στις 29 Ιουνίου 1874, λίγες μόνο μέρες μετά το πέρας των εκλογών, δημοσιεύθηκε στην αθηναϊκή εφημερίδα “Καιροί” ανυπόγραφο άρθρο που έφερε τον τίτλο “Τίς πταίει;”. Ο συγγραφέας του υποστήριζε ότι η πολιτική αστάθεια που χαρακτήριζε το δημόσιο βίο οφειλόταν στο προνόμιο του στέμματος αναφορικά με το διορισμό και την παύση των κυβερνήσεων. Tο προνόμιο αυτό απέρρεε μεν από το Σύνταγμα του 1864, είχε ωστόσο ως αποτέλεσμα το σχηματισμό αδύναμων κυβερνήσεων μειοψηφίας που στηριζόταν αποκλειστικά και μόνο στη βασιλική εύνοια. Τόνιζε μάλιστα ότι αν δεν “επέλθη θεραπεία”, η χώρα θα οδηγούνταν σε επανάσταση. Για να μη συμβεί, πρότεινε τον περιορισμό των βασιλικών προνομίων με την εισαγωγή της αρχής της δεδηλωμένης που, όπως υποστήριζε, θα οδηγούσε στην ομαλοποίηση της πολιτικής ζωής μέσω της διαμόρφωσης ενός δικομματικού κατά βάση κοινοβουλευτικού συστήματος:
“Αφ’ ότου κατά το 1868 εγκαθιδρύθη η αρχή των κυβερνήσεων της μειοψηφίας, παν νέον βήμα της εξουσίας μαρτυρεί περί του σκοπού, εις ον αυτή αποβλέπει· [...] Ο κ. Bούλγαρης, ο κ. Zαΐμης, ο κ. Δεληγεώργης υπήρξαν όργανα μίας και της αυτής πολιτικής, εκτελεσταί ενός και του αυτού σχεδίου. Ουδείς αυτών εκλήθη εις την εξουσίαν καθ’ υπόδειξιν των αντιπροσώπων του Έθνους, ουδείς αυτών εξεπροσώπευσεν εν τη αρχή τας ευχάς του Έθνους· και οι τρεις υπήρξαν πρόεδροι προσωπικής κυβερνήσεως, τουτέστιν υπηρέται μιας και της αυτής θελήσεως ενεργούσης οτέ μεν δια τούτο, οτέ δε δι’ εκείνου. Ουδεμίαν ηθικήν ευθύνην φέρει το Έθνος επί τη διαγωγή των προσώπων τούτων. [...] άλλ’ η διοικητική καχεξία και τα κατά τας εκλογάς όργια δεν είνε έργον εξουσίας εκπροσωπούσης την πλειοψηφίαν της Βουλής και επομένως ευθυνούσης δια των πράξεών της το Έθνος· είνε έργον ανθρώπων οφειλόντων την υπουργικήν αυτών ύπαρξιν εις μόνην την απόλυτον χρήσιν της εν τω Συντάγματι αναγεγραμμένης υπέρ του Στέμματος προνομίας του διορισμού και της παύσεως των υπουργών. [...] Η ευθύνη άρα επί τοις συντελουμένοις ανήκει άπασα εις το στοιχείον εις το οποίον δια της διαστροφής των συνταγματικών ημών θεσμών συγκεντρώθη ολόκληρος η εξουσία. [...] Ίνα επέλθη θεραπεία, πρέπει να γίνη ειλικρινώς αποδεκτή η θεμελιώδης αρχή της κοινοβουλευτικής κυβερνήσεως, ότι τα υπουργεία λαμβάνονται εκ της πλειοψηφίας της Βουλής”.
Τα φύλλα της εφημερίδας κατασχέθηκαν και ασκήθηκε δίωξη στον εκδότη της. Τότε φανερώθηκε και ο συντάκτης του άρθρου, επωμιζόμενος έτσι τις ευθύνες του. Δεν ήταν άλλος από το Χαρίλαο Τρικούπη που οδηγήθηκε στον ανακριτή και προφυλακίσθηκε, απαλλάχθηκε ωστόσο λίγες μέρες αργότερα. Ύστερα από ένα χρόνο μάλιστα ο θιασώτης αυτός του κοινοβουλευτισμού δέχθηκε να διοριστεί πρωθυπουργός -αν και τότε δεν ήταν καν βουλευτής- και να διενεργήσει τις εκλογές του 1875. Τις εκλογές τις έχασε, επικράτησε όμως η πολιτική του. Κατά την εναρκτήρια συνεδρίαση της νέας βουλής ο Γεώργιος δεσμεύθηκε για την τήρηση της αρχής της δεδηλωμένης. Λίγες μέρες αργότερα, η εντολή σχηματισμού κυβέρνησης δόθηκε σε έναν άλλο θιασώτη του κοινοβουλευτισμού, στον Αλ. Κουμουνδούρο, ο οποίος αναδείχθηκε νικητής των εκλογών και διέθετε εκφρασμένη/δεδηλωμένη κοινοβουλευτική πλειοψηφία.

β) Απόψεις του Δημητρίου Γούναρη
Γεννήθηκε στην Πάτρα το 1867 και σπούδασε Νομική στην Αθήνα, τη Γαλλία και την Αγγλία Το 1863 επέστρεψε στην Πάτρα και άσκησε την δικηγορία. Στην πολιτική ζωή εμφανίστηκε το 1902 σαν ανεξάρτητος βουλευτής Αχαΐας, προτείνοντας προτωποριακά μέτρα για την εκμετάλευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας και τον εκσυχρονισμό της δημόσιας διοίκησης. Αντιτάχτηκε στην συμφωνία του Ελληνικού κράτους και ομάδας Βρετανών κεφαλαιούχων για την μονοπώληση του εμπορίου της σταφίδας, κάτι που του στοίχησε την επανεκλογή του το 1905.
Αναδείχτηκε σε ηγέτη της αντιβενιζελικής παράταξης υπο την σημαία της οποίας εκλέκθηκε βουλευτής το 1910 και το 1912. Το 1920 ίδρυσε το Λαϊκό κόμμα που αποτέλεσε την κύρια εκφραση του αντιβενιζελισμού την περίοδο του μεσοπολέμου. Το 1922 εκλέκθηκε πρωθυπουργός με προεκλογικό αγώνα τον τερματισμό του πολέμου και την επιστροφή των στρατιωτών στα σπίτια τους. Λάθος χειρισμοί της κυβερνησεώς του επέφεραν την Μικρασιατική καταστροφή και τον ξεριζωμό χιλιάδων Ελλήνων απο την Μικρά Ασία. Με το τέλος του πολέμου δικάστηκε για τα γεγονότα αυτά και εκτελέστηκε στο Γουδί το 1922, έπειτα από τη “δίκη των έξι”.
Παρακάτω, παρατίθεται απόσπασμα συνέντευξης του Δημητρίου Γούναρη στην εφημερίδα “Ακρόπολις”, στις 17 Μαρτίου 1912. Μέσα από τα λόγια του γίνονται φανερές οι απόψεις του γύρω από την πολιτική ζωή του τόπου, αλλά εκφράζονται και ιδέες με κοινωνικο-οικονομική απόχρωση:
“Θέλετε κόμματα ιδεών ή μάλλον κόμματα συμφερόντων; Αλλά τοιαύτα κόμματα θα υπάρξουν εις την Ελλάδα, όταν υπάρξουν μεγάλαι ομάδες, ομάδες των οποίων τα συμφέροντα να συγκρούονται προς τα συμφέροντα άλλων ομάδων επίσης οργανωμένων.
Αλλά τοιούτον τι εδώ δεν συμβαίνει. Έχομεν εδώ μεγάλην βιομηχανίαν; Έχομεν εδώ μεγάλας εργατικάς ενώσεις; Δεν έχομεν. Το μέλλον και εδώ όπως παντού ίσως θα είναι σοσιαλιστικόν. Αλλ’ εδώ θ’ αργήσει κάπως. Εν τω μεταξύ υπάρχει ανάγκη να τελεσθή εργασία. Της οποίας όλοι την ανάγκην αναγνωρίζομεν, εργάται και κεφαλαιούχοι, αρσενικοί και θηλυκοί.
Όλοι εδώ αναγνωρίζομεν ως αναγκαία την ύπαρξιν του βασιλικού θεσμού. Εφ’ όσον τινές εξ ημών δεν θ’ αναγνωρίσουν το τοιούτον, πράγμα εντελώς απίθανον, εφ’ όσον μερικοί θα εθεώρουν αναγκαίαν σύστασιν Δημοκρατίας , θα ήτο δυνατή η ύπαρξις Δημοκρατικού κόμματος. Τοιούτοι μέχρις ώρας δεν υπάρχουν.
[...] Προγραμματικαί διαιρέσεις δημιουργούν εδώ τα κόμματα. Διαφωνίαι εις τον τρόπον της Διοικήσεως. Τα κόμματα πρέπει εδώ ν’ αμιλλώνται ποίον θα προτείνη και θα επιβάλη τα καλύτερα προς βελτίωσιν του στρατού, του στόλου, της συγκοινωνίας, των οικονομικών, της παιδείας, της Δικαιοσύνης.
Εις τα θεμελιώδη υπάρχει συμφωνία. Εφ’ όσον δεν υπάρχει διαφωνία εις τα θεμελιώδη, θέλετε να την δημιουργήσωμεν; Εφ’ όσον δεν υπάρχουν εις μεγάλον βαθμόν αντικρουόμενα συμφέροντα ομάδων και ομάδων, πώς θέλετε να υπάρξουν κόμματα αντιπροσωπευτικά των ομάδων αυτών;”

7. Λογοτεχνικά έργα
α) Το γλωσσικό ζήτημα
1) Το ταξίδι μου
Tο ζήτημα της μορφής που θα έπαιρνε η ελληνική γλώσσα στα πρώτα χρόνια μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους είναι αρκετά σύνθετο, ενώ η προέλευσή του εντοπίζεται στη σχετική διαμάχη που είχε ξεσπάσει ήδη από τα προεπαναστατικά χρόνια. Πράγματι, στο πλαίσιο του κινήματος του νεοελληνικού Διαφωτισμού η συζήτηση ανάμεσα σε οπαδούς της επανάκαμψης στη χρήση της αρχαίας αττικής διαλέκτου από τη μια και της διαμόρφωσης μιας νεοελληνικής κοινής γλώσσας, κατανοητής από τα λαϊκά στρώματα, από την άλλη είχε μεγάλη ένταση και κατέληξε σε σκληρές διαμάχες. H πρόταση του Kοραή, η λεγόμενη “μέση οδός” ανάμεσα στην αρχαΐζουσα και στην καθομιλουμένη, επέλεγε ως βάση τη δεύτερη, αποκαθαρμένη όμως από ξένα στοιχεία και εμπλουτισμένη με λόγια στοιχεία.
Από την άλλη, το έργο του Σολωμού αλλά και των άλλων επτανήσιων λογίων εκτός από την καλλιτεχνική του ποιότητα έθεσε τις βάσεις για ένα κοινό μοντέλο της δημοτικής. Στηριγμένοι σε αυτό οι διανοούμενοι της γενιάς του 1880 έκαναν εφικτή τη διαμόρφωση του “κανόνα” της δημοτικής, δηλαδή την οργάνωση σε ενιαίο γλωσσικό όργανο πέρα από τοπικές ή κοινωνικές ιδιαιτερότητες, των εκφραστικών εκείνων τύπων που γίνονταν ευρέως κατανοητοί και αποδεκτοί. Aυτό ήταν αποτέλεσμα μιας κοπιαστικής και πολύμορφης διαδικασίας που ξεκίνησε από την έκδοση του βιβλίου “Tο ταξίδι μου” (1888) από το Γιάννη Ψυχάρη (1854-1929). Γλωσσολόγος με λαμπρή καριέρα στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού, δεν μπορούσε να ανεχθεί την κατίσχυση μιας γλώσσας ακατανόητης από τη μεγάλη μάζα του πληθυσμού. Παράλληλα θεωρούσε αστήριχτο το επιχείρημα πως στη γλώσσα του λαού δεν είναι δυνατό να εκφραστούν σημαντικές έννοιες. Mε το “Tαξίδι του” απέδειξε πως πολύ σημαντικοί προβληματισμοί ήταν δυνατό να γραφούν και στη δημοτική. Eκείνο που έμενε ήταν η διαμόρφωσή της ως ενιαίας γλώσσας, εγχείρημα που ανέλαβε μια μεγάλη ομάδα ανθρώπων που συντάχτηκαν με το κίνημα του δημοτικισμού με πρωτοπόρο τον Kωστή Παλαμά.
Κάτωθι, ένα χαρακτηριστικό κομμάτι από το έργο του Γίαννη Ψυχάρη, “Το ταξίδι μου”:
“Oι δασκάλοι μας πολεμούνε ναλλάξουνε την αθρώπινη φύση. Λογαριάζουνε πως βαθμηδό όλος ο λαός σ’ όλη την Eλλάδα θα ξαίρη λαμπρά τη γραμματική, πως φτάνει να πάη σκολειό, κι ο καθένας μια μέρα (ποια μέρα;), θα μάθη το τυπικό της αρχαίας, θα λέη όλους του τύπους όπως τους διδάσκουνε τα βιβλία, θα τους έχη και θα τους βαστά στους αιώνες, χωρίς ναλλάξη ένα γιώτα. Έτσι μας βάλανε και λέμε ζωμός αντίς ζουμί κι άλλα τέτοια πολλά. Tι κατωρθώσανε; O λαός μπερδέβει τα δύο μαζί, μήτε ζουμί ξαίρει πια να σου πη μήτε μπορεί να καταπιή ένα ζωμός, που είναι ανώμαλο στη γλώσσα μας σήμερα, και σου βάζει ζουμός κάποτες και ζωμί. H καθαρέβουσα είναι καταστροφή και χαμός της αρχαίας και της νέας. Kαταστρέφεται η γλώσσα και πάει· ό τι κι αν πούνε οι δασκάλοι, καμιά δύναμη στον κόσμο δε θα κάμη το λαό να μην είναι λαός. Θα μας χαλάσουνε την εθνική μας γλώσσα και δε θα εισάξουνε την αρχαία. Θα κατορθώσουν ένα μονάχα να φορτώσουνε την καθαρή μας γλώσσα με βάρβαρους τύπους σαν το ζουμός και το ζωμί. Tέτοιους τύπους θα φτειάνη ο λαός κάθε μέρα, γιατί όσο και αν πολεμήσης, ας είσαι και θεός, δε θα κάμης τους ανθρώπους βιβλία. Tην αρχαία τη γλώσσα δεν την ξαίρει κανένας φυσικά του· χρειάζεται γραμματική για να τη μάθη. Δε βρέθηκε όμως ίσια με τώρα και δε θα βρεθή, μήτε στην Eλλάδα, ένα έθνος αλάκερο, που να μη βγάζη άλλο παρά γραμματισμένους και γραμματικούς. Mας πνίξανε τα καλαμαράδικα. Mας φάγανε τη ζωή μας. Aφήστε τα πια και μην ακούτε τους δασκάλους. Θέλετε γραψίματα; Tότες κάμτε πέννα το σπαθί και με το σπαθί -σαν τον Mπότσαρη- γράφτε τίποτις που να το διαβάση ο κόσμος.”

2) Νουμάς και Μανιφέστο διαμαρτυρίας
Επίσης, μια σειρά από εκδηλώσεις εκφράζει αυτά τα χρόνια τη βούληση να διεκδικηθεί το δικαίωμα του νέου Ελληνισμού “να μιλεί στην γλώσα του”, προκαλώντας τις αντιδραστικές δυνάμεις που διαφωνούν. Η πρόοδος του γλωσσικού ζητήματος ανησύχησε τους συντηρητικούς. Οχλοκρατικές εκδηλώσεις που κατέληξαν σε αιματηρά γεγονότα σημειώνονται στην αρχή της περιόδου. Τo 1901 ιδρύεται ο “Νουμάς”, γύρω από τον οποίο ενώνονται παλιοί και νέοι με το κοινό σύνθημα της εθνικής γλώσσας. Το γλωσσικό είναι αναπόσπαστα συνδεμένο με την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση.
“Μανιφέστο διαμαρτυρίας από Ποιητές, Λογοτέχνες και Καλλιτέχνες:
Ύστερα από τόσους πολύχρονους αγώνες, μελέτη επιστημονική, πείρα κ’ εφαρμογή σ’ όλα τα είδη του λόγου, εικοσάχρονη επικράτηση της Δημοτικής, πέρα και πέρα στη λογοτεχνία, αλήθεψη της δύναμης του λαού που τη μιλεί, τη ζη και τη μεταχειρίζεται-εντύπωση μας κάνει να ξανάρχουνται με επιχειρήματα τριμένης αξίας, με γνώμες παλιές, κρίσες στηριγμένες σε ατομικά γούστα, καθηγητές στο πανεπιστήμιο της γνώσης και της δουλειάς του κ. Ν. Πολίτη, και να γνωματεύουνε δογματικά, αμφισβητώντας την πίστη προς τη γλωσσική αναγέννηση, το σημαντικότερο πνεματικό δρόμο που περπάτησε το Έθνος τα τελευταία χρόνια, ξαναβρίσκοντας εκεί τη χαμένη και παραστρατημένη του αληθινή και πλούσια ψυχή. Ο σκοπός φανερός. να φέρουν εμπόδια στην εξέλιξη μιας τόσο γερής μεταρρύθμισης, που από καρό είναι πια κοινός πόθος κάθε έλληνα μορφωμένου πραματικά και λεύτερου πνεματικά.Το ζήτημα που άλλοτε ξετάστηκε απ’ όλες του τις όψεις, που φανάτισε τους δασκάλους άλλης εποχής, που ξεσήκωσε τυφλό κοσμάκη ενάντια σε φανταστικούς κίντυνους, που τράβηξε την προσοχή κάθε γραμματισμένου, ήρθε καιρός να πάψη να είναι ακόμα “ζήτημα”. Ο λαός αρκετά τυραννήθηκε από τους μανταρίνους, με τη στενοκεφαλιά μερικώνε, με τα συμφέροντα άλλωνε, αρκετά πισωδρόμισε στη μόρφωση, βούλιαξε με την αδιαβασιά, και δοκίμασε αποτελέσματα ενός βραχνά, που του κατάτρωγε τα παιδικά του σκολιάτικα χρόνια. Η αλλαγή ωρίμασε κ’ ήρθε μοναχή της. Κι αν πρωτοστάτησε η Λογοτεχνία, δεν είναι τούτο κατά τύχη, μα γιατί σα σιμώτερα στα αιστήματα του λαού, έβαλε πρώτη αυτί στον ιερό κρυφό του πόθο, που τονε διαλαλήσανε άφοβα, αρματωμένοι με Ποίηση κ’ Επιστήμη, Σολωμοί και Ψυχάρηδες. Η μεταρρύθμιση έγινε πια. Θα προχωρέσει με θάρρος γιατί την οδηγεί ο νόμος της Ανάγκης.Ενάντια σ’ όσους νομίζουν ακόμα πως το βαθιά ταφιασμένο σκέλεθρο της Καθαρεύουσας είναι μπορετό να πάρη ψυχή, σ’ όσους απιστούνε προς τη φωνή της ζωής και της αλήθειας, σ’ όσους μ’ αμφιβολίες και με δισταγμούς αντικρύζουνε τη σημερινή νίκη της Δημοτικής, -έρχεται αυτή μας η διαμαρτυρία υπογραμμένη από τους νεώτερους που νοιώθουνε βαθιά τη σημασία της γλωσσικής Αναγέννησης, σήμερα μάλιστα που οι λαοί, πατώντας κάθε λογίς σκλαβιά, συντρίβουν όλα τα δεσμά που μεσαιωνικές πρόληψες, αντίληψες σκολαστικές και συντηρητικές τύφλες, τους έχουν αλυσοδέσει τη ζωή, την ψυχή και το πνέμα.Έχουμε πίστη ακατανίκητη και τη διαλαλούμε πως η Δημοτική έχει όλα τα βιολογικά συστατικά γλώσσας πολιτισμένης και πως μ’ αυτή μοναχά η διανοητική ζωή της Ελλάδας θα μπορούσε να χαρή άνοιξες καινούργιες. Αθήνα, 25 του Φλεβάρη 1919.”

β) Κώστας Βάρναλης
Στην αρχή του αιώνα κάνει την εμφάνισή του κι ένας άλλος μεγάλος ποιητής, ο Κώστας Βάρναλης. Ξεκινά με ποιήματα συμβολικά (Κυρήθρες, 1905), ενώ στα αμέσως επόμενα βρίσκουμε έντονα διονυσιακά και μουσικά στοιχεία αλλά και μια επιτυχή διάθεση προς τη σάτιρα. Κατά την παραμονή του στο Παρίσι, στο ιδεολογικό κλίμα του τέλους του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, δέχεται τον διαλεκτικό υλισμό και τη μαρξιστική ιδεολογία. Στα έργα “Το Φως που καίει” (1922), και “Σκλάβοι Πολιορκημένοι” (1927) φαίνονται πλέον καθαρά στην καταλυτική αντιμετώπιση των κατεστημένων αξιών οι νέοι προσανατολισμοί του.
Τέτοιες προθέσεις ολοκληρώνονται και στα πολύ μεταγενέστερα πεζά του την “Αληθινή Απολογία του Σωκράτη” (1931) και “Το Ημερολόγιο της Πηνελόπης” (1946). Εξαιρετική αποτέλεσε η συμβολή του στην κριτική. Μέχρι το τέλος της ζωής του εξακολούθησε να παρεμβαίνει στα κοινωνικά και πολιτικά πράγματα με τη δράση του και την ποίησή του, μια ποίηση με περιεχόμενο κοινωνικό με θέμα τις αδικημένες κοινωνικές κατηγορίες και την καταγγελία της ανισότητας, συνεπής στην πολιτική του στράτευση.
Ο Βάρναλης υπήρξε, γενικά, ένας από τους πιο πολιτικοποιημένους ποιητές της εποχής του. Στρατευμένος στην αριστερή ιδεολογία, φρόντιζε με τα ποιήματά του να κατακρίνει τα πολιτικά τεκταινόμενα της χώρας μας και να προτείνει λύσεις γι’ αυτά. Εδώ, παραθέτουμε ένα απόσπασμα από το έργο του ποιητή “Το φως που καίει”:
”Πρόλογος. Να σ’ αγναντέβω, θάλασσα, να μη χορταίνω,/απ’ το βουνό ψηλά/στρωτήν και καταγάλανη και μέσα να πλουταίνω/απ’ τα μαλάματά σου τα πολλά./Να ναι χινοπωριάτικον απομεσήμερ’, όντας/μετ’ άξαφνη νεροποντή/χυμάει μες απ’τα σύννεφα θαμπωτικά γελώντας/ήλιος χωρίς μαντύ./Να ταξιδέβουν στον αγέρα τα νησάκια, οι κάβοι,/τ’ ακρογιάλια σα μεταξένιοι αχνοί/και με τους γλάρους συνοδιά κάποτ’ ένα καράβι/ν’ ανοίγουν να το παίρνουν οι ουρανοί./Ξανανιωμένα απ’ το λουτρό να ροβολάνε κάτου/την κόκκινη πλαγιά χορεφτικάτα πέφκα, τα χρυσόπεφκα, κι ανθός του μαλαμάτου/να στάζουν τα μαλλιά τους τα μυριστικάκι αντάμα τους να σέρνουνε στο φωτεινό χορό τους/ως μέσα στο νερό/τα ερημικά χιονόσπιτα-κι αφτά μες τ’ όνειρό τους/να τραγουδάνε, αξύπνητα καιρό./Έτσι να στέκω, θάλασσα, παντοτινέ έρωτά μου,/με μάτια να σε χαίρομαι θολά/και να ναι τα μελλούμενα στην άπλα σου μπροστά μου,/πίσω κι αλάργα βάσανα πολλά./Ως να με πάρεις κάποτε, μαργιόλα συ,/στους κόρφους σου αψηλά τους ανθισμένους/και να με πας πολύ μακριά απ’ τη μάβρη τούτη Κόλαση,/μακριά πολύ κι από τους μάβρους κολασμένους...”

8. Μέρη που σημαδεύτηκαν από την Πολιτική Ιστορία
α) Πλατεία Συντάγματος
H πλατεία που διαμορφώθηκε στην αρχή της οδού Ερμού και μπροστά από τα Ανάκτορα ονομάστηκε αρχικά Πλατεία Ανακτόρων ή Παλατιού. Μετονομάστηκε σε πλατεία Συντάγματος μετά την επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 για την παραχώρηση Συντάγματος από τον Όθωνα. Στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, καθώς ο πληθυσμός της πρωτεύουσας αυξάνεται και η πόλη ανοικοδομείται, οι δρόμοι γύρω από την πλατεία γεμίζουν με επιβλητικές οικίες, πολυτελή ξενοδοχεία, καφενεία και ζαχαροπλαστεία. Την πλατεία επισκέπτεται ο «φραγκοφορεμένος» κόσμος που συχνάζει στα ευρωπαϊκά καταστήματα της οδού Ερμού και διαμορφώνει αντίστοιχα το ύφος της.
Το Σύνταγμα είναι η μία από τις τρεις πλατείες του “τριγώνου του Κλεάνθη” του αρχικού σχεδίου για την Αθήνα. Η τρίτη πλατεία, στο σημερινό Γκάζι (Κεραμικός), ποτέ δεν υλοποιήθηκε. Έτσι, πάντα το Σύνταγμα αντιδιαστελλόταν με την Ομόνοια.
Το Σύνταγμα ήταν ψηλότερα από την Ομόνοια, και αυτό το γεγονός, το κλίμα αλλά και η ψυχολογία επιβολής και κυριαρχίας συνέτειναν στο να ανεγερθούν τα Βασιλικά Ανάκτορα στο Σύνταγμα, παρά τις αρχικές προβλέψεις του σχεδίου Κλεάνθη-Schaubert (1833) για την Ομόνοια και του σχεδίου Kleenze (1834) για τον Κεραμεικό. Δίπλα στα Ανάκτορα και σε ακόμα ψηλότερα σημεία στους πρόποδες και τις πλαγιές του Λυκαβηττού, άρχισαν φυσικά να χτίζουν τα σπίτια τους οι αυλικοί, τα μέλη και στελέχη της κυβέρνησης και η νέα αστική τάξη. Η κοινωνική διαίρεση του χώρου στην νέα Αθήνα είχε πια καθοριστεί.
Εκ των πραγμάτων η τρίτη πλατεία, στον αντίποδα του Συντάγματος θα ήταν η λαϊκή πλατεία. Ίσως γι’αυτό δεν έγινε ποτέ. Τη θέση της πήρε η πλατεία του μέσου όρου, προορισμένη και από το όνομά της να ομονοεί, η πλατεία της ισορροπίας και των μεσαίων στρωμάτων, η πλατεία Ομονοίας.
Στην πλατεία Συντάγματος, από το 1843 και έπειτα, έγινε και γίνεται η διαπάλη για την κατάληψη της εξουσίας, εδώ αποκορυφώνεται η πολιτική μάχη. Εδώ ξέσπασε η επανάσταση του 1843 και έγινε η ανακήρυξη του Συντάγματος, εδώ κατέληγαν όλα τα κινήματα. Εδώ έγιναν όλες οι μεγάλες συγκεντρώσεις που σημάδεψαν την Ιστορία της Ελλάδας από τις συγκεντρώσεις του Βενιζέλου μέχρι τις συγκεντρώσεις του Δεκεμβρίου του 1944.

β) Πλατεία Κλαυθμώνος
Το επίσημο όνομα της πλατείας Κλαυθμώνος είναι πλατεία 25ης Μαρτίου, αλλά ο λαός την ονόμασε “Κλαυθμώνος” γιατί εκεί βρισκόταν το υπουργείο των Οικονομικών και το Νομισματοκοπείο. Μέχρι το 1911 -οπότε και ψηφίστηκε η μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων- στην πλατεία μαζεύονταν οι απολυμένοι υπάλληλοι σε κάθε αλλαγή κυβέρνησης και θρηνούσαν τη μοίρα τους μπροστά στο Υπουργείο.
Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη εκδοχή, το όνομα της πλατείας οφείλεται στον κλαυθμό, δηλαδή θρήνο, των απολυμένων δημοσίων υπαλλήλων.

9. Παραθέματα από κείμενα-τεκμήρια
α) Η νοθεία των πρώτων εκλογών
Οι παρατυπίες στην εκλογική διαδικασία, η άσκηση βίας και η νόθευση των αποτελεσμάτων χαρακτηρίζουν λιγότερο ή περισσότερο έντονα κάθε φορά τις εκλογές κατά το 19ο αιώνα. Από τις πλέον χαρακτηριστικές είναι οι εκλογές του 1844. Η ιδιαιτερότητα των εκλογών αυτών πέρα από το ότι ήταν οι πρώτες έγκειται στο γεγονός ότι η “γαλλορωσική” αντιπολίτευση, υπό την ηγεσία του Ι. Kωλέττη και του Α. Μεταξά, επέδειξε μεγαλύτερη έφεση στη νόθευση των εκλογικών αποτελεσμάτων από την υπηρεσιακή κυβέρνηση του Aλ. Μαυροκορδάτου. Ο Νικόλαος Δραγούμης, διεισδυτικός παρατηρητής των πολιτικών πραγμάτων του νεοσύστατου βασιλείου, σχολιάζει τις πρώτες εκλογές:
“[...] Προέκειτο να κυρωθώσι φιλικαί εκλογαί; Ευθύς και αι δεινόταται παραβιάσεις παρεσιωπώντο ή εχαρακτηρίζοντο επουσιώδεις παρατυπίαι· και η μεν βία, η στάσις αυτή, απεκαλούντο δικαία άμυνα, η δε αδικία, η ακολασία, το ψεύδος, δικαιοσύνη, μετριότης, αλήθεια. Και αυταί αι λέξεις ήλλαξαν σημασίαν· η μεν παραβίασης των καλπών ωνομάσθη συστολή των σανίδων, αι δε σαπουνοκασέλαι και τα σακκούλια κάλπαι, η λύμανσις των σφραγίδων τυχαία σύντριψις, οι συμβολαιογράφοι επί της ψηφοφορίας επιτροπαί και οι απόβλητοι του λαού εκλεκτοί αυτού. Προϋτίθετο ακύρωσις εκλογής; η φυλακή του νόμου μετετρέπετο εις ασέβειαν, η διατήρησης της τάξεως εις βιαίαν επίθεσιν η επιείκια, η ειλικρίνεια, η αποχή, εις δόλον, καταφοράν, επέμβασιν. Άλλ’ η ασέβεια, η βία, ο δόλος, η καταφορά, η επέμβασις υπερίσχυον μόνον όπου οι εκλεχθέντες ήσαν φίλοι του πεσόντος υπουργείου, όπου δε ήσαν αντίπαλοι, εκεί η ασέβεια, η βία, ο δόλος, η καταφορά, η επέμβασις, συνετρίβοντο κατά των βράχων της ανεξαρτησίας, της ακεραιότητος και της αρετής. Ουδέ ησθάνετο επίσης πανταχού ο λαός της Ελλάδος τα ίδια δικαιώματα· αλλ’ αδιάφθορος και ατρόμητος αυτών υπέρμαχος εν ταις επαρχίαις, ων επεκυρώθησαν αι εκλογαί, έκλινε δουλικώς τον αυχένα όπου απέβησαν υπέρ των ομοφρόνων του πρώην υπουργείου. Ο νόμος νυν μεν έπρεπε να κοιμάται, νυν δε ν’ αγρυπνή, ποτέ μεν να ερμηνεύεται κατά γράμμα, ποτέ δε κατ’ έννοιαν και άλλοτε να διαστρέφωνται και αι σαφέσταται, αι καθαρώταται, αι ρητόταται διατάξεις.”

β) Εθνικός Διχασμός
Η περίοδος χαρακτηρίζεται από τη διαίρεση των Ελλήνων σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα που συγκρούστηκαν σκληρά μεταξύ τους, ως προς την πολιτική πραγμάτωσης της εθνικής ολοκλήρωσης αλλά επίσης και ως προς τη στόχευση του αστικού εκσυγχρονισμού της ελληνικής κοινωνίας. Με αφετηρία την προσωπική σύγκρουση των δυο αντρών, πρωταγωνιστών των εξελίξεων, του Βενιζέλου και του από το 1913, οπότε διαδέχτηκε το δολοφονηθέντα πατέρα του, βασιλιά Κωνσταντίνου για τη συμμετοχή ή μη της Ελλάδας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, δηλαδή για την εξωτερική πολιτική που συνέφερε το έθνος να ακολουθήσει, εγκαινιάζεται η περίοδος του Εθνικού Διχασμού. Θα κοστίσει πολλά δεινά στη χώρα και στις τελευταίες του εκδηλώσεις θα διατηρηθεί σχεδόν ως το Β’ Παγκόσμιο Πολέμο. Πρόκειται για τη σύγκρουση στα όρια της εμφύλιας διαμάχης τα χρόνια 1912-22, στις νέες συνθήκες που δημιούργησαν οι νικηφόροι Βαλκανικοί Πόλεμοι, για το περιεχόμενο και την πραγμάτωση των επιδιώξεων του ελληνικού εθνικισμού. Μαζί όμως με αυτό διαπλέχτηκαν και οι διαφορετικές απόψεις για τη συνολικότερη πορεία της ελληνικής κοινωνίας και το ρόλο του κράτους, τη συναίνεση ή την αντίθεση στην εσωτερική διάσταση του βενιζελισμού, την Ανόρθωση.
Ο Διχασμός λοιπόν δεν αφορά μόνο το περιεχόμενο της εθνικής ολοκλήρωσης αλλά και του άμεσα συνδεμένου με αυτήν αστικού εκσυγχρονισμού. Σε αυτό το “μέτωπο” αντιπαρατιθέμενοι είναι από τη μια οι μικρονοικοκυραίοι της Παλαιάς Ελλάδας αλλά και οι αστοί γύρω από την κρατική μηχανή και από την άλλη οι αστοί επιχειρηματίες, οι μικροαστοί και οι ακτήμονες αγρότες, μαζί ασφαλώς με τους Έλληνες των Νέων Χωρών και τους πρόσφυγες βέβαια από το ‘22 και μετά.
Ας σημειωθεί ότι το κίνημα των “Επιστράτων”, το οποίο υπερασπίστηκε το Νοέμβριο του 1916 το βασιλιά, θεωρήθηκε ότι εξέφραζε ακριβώς το αντιδυτικό πνεύμα αυτών των κοινωνικών κατηγοριών που αντιδρούσαν στο φιλελευθερισμό και τον εξευρωπαϊσμό.
Επιπλέον, η αντίθεση στον Κωνσταντίνο και την πολιτική του σήμαινε την υπεράσπιση των κατακτήσεων του 1909 και της ίδιας της φιλελεύθερης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, την αντίσταση στην πρόθεση του θρόνου να παραβιάσει τα συνταγματικά κεκτημένα της δημοκρατικής νομιμότητας.
Τα παρακάτω κείμενα-τεκμήρια αποδεικνύουν του λόγου το αληθές: τη σύγκρουση μεταξύ βενιζελικών και αντιβενιζελικών, η οποία έφτασε να διχοτομήσει ολόκληρο το έθνος (μεταφορικά) και την ελληνική επικράτεια (κυριολεκτικά) σε δύο κράτη. Πρώτα, το κείμενο που έστειλε η προσωρινή κυβέρνηση στους κατά τόπους αντιπροσώπους της στις 24 Νοεμβρίου 1916, και στη συνέχεια, ένα απόσπασμα από την εφημερίδα “Χρόνος”:
“Τα τραγικά γεγονότα των Αθηνών, όπου τόσοι εκ των συναγωνιστών μας εύρον μαρτυρικόν θάνατον και εδιώχθησαν σκληρώς, εδημιούργησαν μεταξύ του αιμοσταγούς βασιλέως και του έθνους χάσμα του λοιπού αγεφύρωτον. Όπως επιβάλη την τυραννίδα του δεν εδίστασε να θυσιάση τα υπέρτατα συμφέροντα του Ελληνισμού εις τους εθνικούς ανταπαιτητάς μας, με την πρόθεσιν να βοηθήση την γερμανικήν νίκην, εφ’ ης και μόνης ηδύνατο να εδραιώση την ελέω θεού βασιλείαν του. Και όπως εμποδίση τον ταχύτερον εξοπλισμόν εκείνων εκ των πατριωτών, όσοι συνετάχθησαν μετά των πατροπαραδότων φίλων και προστατίδων Δυνάμεων κατά των κοινών εχθρών, δεν εδίστασε να στρέψη τα ελληνικά όπλα κατά των στρατιωτών των οποίων οι πατέρες έχυσαν το αίμα των υπέρ της ελληνικής ανεξαρτησίας. Επωφελούμενος δε της ευκαιρίας εξαπέλυσε τον βασιλικόν του στρατόν εις σφαγήν εκείνων, οίτινες διετήρησαν άκαμπτον μέχρι τέλους το εθνικόν φρόνημα. Από της στιγμής αυτής ο βασιλεύς Κωνσταντίνος είναι έκπτωτος του θρόνου του. Δεν αμφιβάλλομεν ότι ο λαός πανδήμως συνερχόμενος θα επιδοκιμάση την έκπτωσιν ταύτην, ήτις αφορά προσωπικώς τον τύραννον βασιλέα και όχι την δυναστείαν.
Η προσωρινή κυβέρνησις Βενιζέλος, Κουντουριώτης, Δαγκλής”
“Χθες το απόγευμα εις το ναόν του Αγίου Διονυσίου ετελέσθη δέησις υπέρ του βασιλέως, προσελθόντων πάντων των ενοριτών. Εν μέσω νεκρικής σιγής και κατανύξεως γονυπετείς όλοι μετά του ιερέως εδεήθησαν υπέρ της σωτηρίας του Βασιλέως και της κατασυντριβής των απαισίων προδοτών και εχθρών της πατρίδος, βροντοφωνούντος του εμπνευσμένου ιερέως Παπαφώτη «Ζήτω ο βασιλεύς και αιώνιον ανάθεμα εις τους προδότας». Μετά την δέησιν, ο κ. Δούφας, παρευρισκόμενος εις τον ναόν, ωμίλησε περί της θεόθεν αποστολής του Βασιλέως μας και της αθανάτου Ελληνικής φυλής, συστήσας πίστιν και αφοσίωσιν εις τον Άνακτα και τον στρατόν του, καθώς και ψυχραιμία και αντοχήν εις την κρίσιμην ταύτην περίοδον του εθνικού μας βίου.”

10. Φωτογραφίες και γελοιογραφίες
α) Ο δρόμος προς την πτώχευση
H παρατεταμένη επιστράτευση που εφάρμοσε ο Δηλιγιάννης στα μέσα της δεκαετίας του 1880, διαχειριζόμενος με τον τρόπο αυτό την κρίση της Aνατολικής Pωμυλίας, αύξησε κατακόρυφα το δημόσιο έλλειμμα. Ως αποτέλεσμα η κατάσταση των δημόσιων οικονομικών πήρε διαστάσεις σοβαρού προβλήματος. O Χαρίλαος Tρικούπης που τον διαδέχθηκε στην πρωθυπουργία ενέτεινε τις φορολογικές επιβαρύνσεις και προχώρησε στη σύναψη μιας νέας σειράς δανείων τα έτη 1887, 1888 και 1889. Mε τα χρήματα των νέων δανείων επιδίωξε να αποπληρώσει παλαιότερες οφειλές, να καλύψει τα πάγια έξοδα του κράτους και να προχωρήσει στην υλοποίηση του προγράμματός του για τα δημόσια έργα. Όταν ανέλαβε και πάλι την εξουσία το 1892, το πρόβλημα του δημόσιου ελλείμματος ήταν ακόμη πιο οξυμένο. Παρά τις επανειλημμένες προσπάθειές του δεν κατάφερε να συνάψει νέο δάνειο με στοιχειωδώς αποδεκτούς όρους και παραιτήθηκε. Tότε ανέλαβε την εξουσία ο Σ. Σωτηρόπουλος στηριζόμενος στη βασιλική εύνοια και χωρίς τη στήριξη της βουλής. Aξίζει να σημειωθεί ότι την κυβερνητική μεταβολή στήριξε και ο Aνδρέας Συγγρός, ο οποίος εκπροσωπώντας γαλλικά και ομογενειακά συμφέροντα έκανε ότι μπορούσε στην προηγούμενη φάση για να μη λάβει η Eλλάδα νέο δάνειο και να παγειωθεί η εντύπωση ότι οδεύει για πτώχευση το ελληνικό κράτος. O σκοπός από τότε ήταν η επιβολή διεθνούς ελέγχου, ώστε να εξασφαλιστούν οι απολαβές των δανειστών.
H κυβέρνηση Σωτηρόπουλου διαπραγματεύθηκε τη σύναψη δανείου με τον αγγλικό οίκο Χάμπρο το οποίο ονομάστηκε “δάνειο κεφαλαιοποιήσεως” και είχε εξαιρετικά τοκογλυφικούς όρους. Παρά ταύτα το συγκεκριμένο δάνειο έδινε τη δυνατότητα να μετατραπούν τα καθυστερημένα τοκοχρεολύσια των προηγουμένων δανείων σε τίτλους νέου δανείου. Λίγο αργότερα ο Χαρίλαος Τρίκούπης ανέλαβε και πάλι την εξουσία, ακύρωσε το “δάνειο κεφαλαιοποιήσεως” και προσπάθησε να συνάψει νέο. Mάταια όμως! H δανειοληπτική αξιοπιστία της Ελλάδας είχε πλέον πληγεί ανεπανόρθωτα. Στις 10 Δεκεμβρίου 1893 ο Τρικούπης αναγνώρισε μέσα στην αίθουσα του κοινοβουλίου την πτώχευση του ελληνικού κράτους. Mε νόμο η κυβέρνηση περιόρισε την εξυπηρέτηση των τόκων κατά 30% και ανέστειλε την πληρωμή των τοκοχρεολυσίων. Aυτή η εξέλιξη είχε σημαντικές συνέπειες στη διεθνή οικονομική αλλά κυρίως πολιτική θέση της Eλλάδας στο εξωτερικό. Eπίσης, δημιούργησε αρνητικό κλίμα στο εσωτερικό. H αίσθηση ταπείνωσης που διαχύθηκε στον πληθυσμό για την οικονομική αδυναμία του κράτους συνέβαλε κατά ένα μέρος στην οργάνωση μυστικών εθνικιστικών εταιρειών και στην προώθηση αλυτρωτικών στόχων. Πολύ γρήγορα η οικονομική ολίσθηση συμπληρώθηκε από τη στρατιωτική ήττα στον πόλεμο του 1897, η οποία με τη σειρά της επέτρεψε την ολοκλήρωση του οικονομικού διασυρμού, με την επιβολή του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου το 1898.

β) Η δίκη των έξι
H ανάγκη απόδοσης ευθυνών για την αποτυχία της μικρασιατικής εκστρατείας, και κυρίως για τον ξεριζωμό του μικρασιατικού Ελληνισμού, αποτελούσε το βασικό μέλημα της Eπαναστατικής Eπιτροπής που διοικούσε προσωρινά τη χώρα το φθινόπωρο του 1922.
Tο διάγγελμα της 17ης Oκτωβρίου, περί “παραδειγματικής ποινικής τιμωρίας των εχθρών της πατρίδος”, έδινε το στίγμα της εποχής. Η κοινή γνώμη αλλά και οι ξένοι παρατηρητές δεν αιφνιδιάστηκαν από τα γεγονότα. Η σκιά της ήττας γινόταν όλο και πιο αισθητή και η αναζήτηση των αιτιών, αλλά και των υπευθύνων, γι’ αυτό που κρίθηκε ως προδοσία, προβλήθηκε από τους στασιαστές στρατιωτικούς ως άμεση προτεραιότητα. Αυτή η οπτική καθόρισε και την περαιτέρω ιδεολογία και πρακτική του κινήματος, την απόδοση δηλαδή στην “προδοσία” και στον “ξένο δάκτυλο”, των δεινών που γνώριζε η χώρα.
To αίτημα της προσδοκώμενης κάθαρσης έλαβε υπόσταση μέσα από από την προσαγωγή (και τελικά καταδίκη σε θάνατο) των στελεχών που κυβερνούσαν τη χώρα τα προηγούμενα χρόνια, σ’ αυτό που έμεινε γνωστό ως Δίκη των Έξι. H προσαγωγή σε δίκη των κορυφαίων στελεχών της παράταξης που κατείχε την εξουσία από το 1920, με την κατηγορία της “εσχάτης προδοσίας”, ήταν αναμφίβολα πράξη πολιτικής σκοπιμότητας. Aνεξάρτητα από τις αναμφισβήτητες ευθύνες αυτών που παραπέμπονταν, το κατηγορητήριο τυπικά δεν ευσταθούσε. Aυτό ωστόσο δεν εμπόδισε την επιβολή της θανατικής ποινής σε έξι από αυτούς -στους Γεώργιο Χατζηανέστη (αρχιστράτηγο), Δημήτριο Γούναρη, Νικόλαο Στράτο, Πέτρο Πρωτοπαπαδάκη, Γεώργιο Μπαλτατζή, Νικόλαο Θεοτόκη (πολιτικούς, βασικά στελέχη του Λαϊκού Κόμματος)- παρά τη σθεναρή προσπάθεια
παρέμβασης των Mεγάλων Δυνάμεων.